Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι πρόβλημα δυστυχώς αυτόνομο, στενά οικονομικό. Η σημερινή δημοσιονομική κατάσταση, η υπερτροφία του δημόσιου τομέα και η συνολική έλλειψη ανταγωνιστικότητας έχουν βαθιές ρίζες που μόνο μία σφαιρικά φιλελεύθερη πολιτική μπορεί να θεραπεύσει. Με μια ολόκληρη σειρά τομέων της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής να πάσχουν, η σημερινή κατάσταση της οικονομίας μπορεί να θεωρηθεί μια «παράπλευρη απώλεια» της ελληνικής πολιτικής και κοινωνίας.
Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι ένα. Θα το συνοψίσω: Πρόκειται, αφενός μεν για αδυναμία συγκρότησης, αφετέρου δε για αδυναμία εκμετάλλευσης. Η δεύτερη πηγάζει -όχι όμως ολοκληρωτικά- από την πρώτη. Και εξηγώ:
Αδυναμία συγκρότησης: το ελληνικό κράτος υπέπεσε, από τη γέννησή του, σε δύο κεφαλαιώδη σφάλματα.
Πρώτον: δεν κατάφερε ποτέ να απαλλαγεί από την οθωμανική «κληρονομιά». Οι διαπροσωπικές σχέσεις, η εξαπάτηση των αρχών, η διαφθορά και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το κράτος (φαινόμενα εν μέρει δικαιολογημένα υπό ξένη κατοχή) μεταφέρθηκαν αυτούσια στο νέο εθνικό κράτος. Γιατί; Διότι το κράτος αυτό διαμορφώθηκε συγκεντρωτικά και χωρίς καμία ευαισθησία προς τις ελληνικές πραγματικότητες. Κράτος «βαυαρικού» ή «γαλλικού» τύπου, με διάλυση των παραγωγικών κοινοτήτων (θυμηθείτε Υδρα, Σπέτσες, Ψαρά, Κάσο, Αμπελάκια, Ζαγόρι κ.ο.κ.). Οι ελληνικές πραγματικότητες αντέδρασαν και έθεσαν το κράτος αυτό απέναντί τους. Ποτέ δεν το αισθάνθηκαν δικό τους. Το κράτος έγινε φέουδο προς άλωση και ληστρική εκμετάλλευση για όσους είχαν τη δυνατότητα να το πράξουν.
Δεύτερον: Σαν να μην έφτανε αυτό, το κράτος -καθώς εξελίχθηκε σε παμφάγο- είτε υποκατέστησε (κρατικοποιήσεις) είτε παρέλυσε τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου. Αυτές ανθούν, λοιπόν, όπου και όταν δεν έχουν να κάνουν με το κράτος.
Η ναυτιλία είναι το πιο κραυγαλέο παράδειγμα: Μακριά από το εσωτερικό ελληνικό περιβάλλον, παίζοντας στον διεθνή χώρο, οι Ελληνες έφτιαξαν την πρώτη ναυτιλία του κόσμου. Εμείς εδώ, στην Ελλάδα, ούτε καν τις παράπλευρες ωφέλειες του γιγάντιου αυτού επιτεύγματος δεν μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε! Διαλύσαμε τα ναυπηγεία και τις ναυπηγοεπισκευαστικές υπηρεσίες. 15 χρόνια «φτιάχνεται» μια σιδηροδρομική σύνδεση λίγων χλμ. προς τον λιμένα του Νέου Ικονίου. Αποτρέψαμε ουσιαστικά τη στροφή προς το ναυτικό επάγγελμα. Υποβαθμίσαμε τον Πειραιά και τα άλλα μεγάλα λιμάνια. Τα φετινά «Ποσειδώνια» π.χ. έγιναν στο Ελληνικό ελλείψει χώρου στον Πειραιά, όπου δεν υπάρχει ούτε ένα πεντάστερο ξενοδοχείο!
Ιδού, λοιπόν, πώς εκφράζεται -και πώς συνδέεται- η αδυναμία εκμετάλλευσης (των δυνατοτήτων) με την αδυναμία συγκρότησης του κράτους.
Ανέφερα προηγουμένως ότι η σημερινή κατάσταση της οικονομίας αποτελεί «παράπλευρη απώλεια» της ελληνικής πολιτικής και κοινωνίας. Και πώς θα ήταν δυνατόν να μη συμβαίνει αυτό όταν τίποτε σχεδόν στην ασκούμενη πολιτική στους λοιπούς τομείς δεν ευνοεί την οικονομία; Η ισοπεδωτική και ανεπαρκής Παιδεία βοηθά την οικονομία; Η κατασπατάληση πόρων στην Υγεία βοηθά την οικονομία; Η αντιπαραγωγική γραφειοκρατία βοηθά την οικονομία; Ο αστικός υδροκεφαλισμός, με την Αθήνα να απορροφά το 50% των πόρων, βοηθά την οικονομία; Η κατασπατάληση του «περιβαλλοντικού κεφαλαίου» σε μια τριτοκοσμική τουριστική ανάπτυξη και η απαράδεκτης αισθητικής τσιμεντοποίηση της χώρας, βοηθά την ελληνική οικονομία; Τα παραδείγματα είναι άπειρα.
Για να δημιουργήσουμε, λοιπόν, μια νέα, ανταγωνιστική, Ελλάδα πρέπει να αρθούν όλα τα εμπόδια που έχουν εγερθεί απέναντι στην παραγωγικότητα, τη δημιουργικότητα του Ελληνα. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο δημόσιο τομέα. Αλλά, αντί να τον δημιουργήσει, στη θέση του η κυβέρνηση επέλεξε το οριζόντιο κουτσούρεμα μισθών και επιδομάτων όλων των δημοσίων υπαλλήλων.
Αντί να εξορθολογίσει το κράτος και να το απαλλάξει από άχρηστες, κοστοβόρες και χρονοβόρες δραστηριότητες -που, επιπλέον, δυσκολεύουν και τον ιδιωτικό τομέα- το κράτησε όπως είναι και απλώς τιμώρησε τους υπαλλήλους!
Στην Ελλάδα όλοι ξεχνούν ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι κι αυτοί άνθρωποι με όνειρα και φιλοδοξίες. Θα ήθελαν κι αυτοί να νιώσουν χρήσιμοι, παραγωγικοί, πιο ευτυχείς με τη δουλειά τους, που πολλοί την κάνουν με αυταπάρνηση. Αλλά αυτό χωρίς ριζική αλλαγή της δομής και της λειτουργίας του δημόσιου τομέα δεν γίνεται. Δεν γίνεται χωρίς αλλαγή στην Παιδεία, ώστε να διαθέτουμε έρευνα, καταρτισμένους επιστήμονες, άτομα ικανά για ποιοτική στελέχωση της διοίκησης και του ιδιωτικού τομέα.
Αντίστοιχες δράσεις πρέπει να υπάρξουν σε όλο το φάσμα. Στόχος: η άρση των αντικινήτρων ανάπτυξης, η εξοικονόμηση πόρων, η υποστηρικτική και όχι ανασταλτική λειτουργία του κράτους.
Σήμερα την αδυναμία ριζικών αλλαγών στο μέγεθος και τη λειτουργία του κράτους αλλά και σε όλους τους υποστηρικτικούς της οικονομίας τομείς την πληρώνουν αφενός μεν οι φορολογούμενοι, ιδίως δε η μεσαία τάξη, με τη συνεχή, όλο και υψηλότερη φορολόγηση, αφετέρου δε οι επιχειρήσεις, με την απίστευτη γραφειοκρατία, τους απαγορευτικούς φορολογικούς συντελεστές κ.λπ.
Με δυο λόγια: η κυβέρνηση, με τη συνεχή φορολόγηση των μεσαίων ιδίως στρωμάτων, καταστρέφει την ενεργό ζήτηση - τη ζωντανή κινητήριο δύναμη της οικονομίας. Με τον δε γραφειοκρατικό και φορολογικό «στραγγαλισμό» των επιχειρήσεων καταστρέφει την ίδια τη δυνατότητά της χώρας να παράγει -την πηγή της δημιουργίας.
Επιπλέον: Η οικονομία μας δεν ζει εν κενώ. Καλή και άγια η δημοσιονομική προσαρμογή. Χωρίς όμως τη ριζική αλλαγή σε όλους τους -άμεσα ή έμμεσα- συνδεόμενους με την οικονομία τομείς, η ανόρθωση δεν θα επιτευχθεί. Η οικονομία θα υποκύψει όχι μόνο λόγω των καθαρά δικών της αδυναμιών αλλά και ως παράπλευρη απώλεια της ατολμίας ως προς τον συνολικό εκσυγχρονισμό του κράτους και της κοινωνίας.
Αυτό δεν πρόκειται να το επιτρέψουν οι φιλελεύθερες δημιουργικές δυνάμεις της χώρας, που σήμερα ασφυκτιούν ανάμεσα σ’ έναν παλαιοδεξιό λαϊκισμό και στην αδυναμία των σοσιαλιστών να βρουν λύση εκεί όπου υπάρχουν οι «πυρήνες» των προβλημάτων - δομή του κράτους, Παιδεία, Υγεία, Ερευνα, εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας.
Εκεί όπου το παλιό σύστημα φοβάται να κινηθεί, οι δυνάμεις της κοινωνίας που δημιουργούν και προοδεύουν πρέπει να τολμήσουν να κινηθούν προς την κατεύθυνση μιας συνολικής, ριζοσπαστικής αλλαγής.
«Η φύση απεχθάνεται το κενό». Το ίδιο και η Δημοκρατία...
* Η κ. Ντόρα Μπακογιάννη είναι βουλευτής και πρώην υπουργός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου