Από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης είναι η Ελλάδα, τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων
(ΙΓΜΕ) τα συνολικά μεταλλευτικά αποθέματα στο υπέδαφος της Ελλάδας
υπερβαίνουν τα 28 δισ. ευρώ, χωρίς ασφαλώς να συμπεριλαμβάνονται και τα
κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Μάλιστα, όσον αφορά στο χρυσό, μελέτες
δείχνουν ότι οι εκτιμώμενες ποσότητες ανέρχονται σε 8,5 εκατομμύρια
ουγκιές και οι αντίστοιχες αργύρου σε 65 εκατομμύρια ουγκιές.
Υπολογίζεται πως μόνο η εκμετάλλευση των βεβαιωμένων αποθεμάτων χρυσού-αργύρου της βόρειας Ελλάδας μπορεί να καταστήσει τη χώρας μας, μια από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής πολύτιμων μετάλλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, οι δυνατότητες και οι προοπτικές του κλάδου μπορούν πλέον να αξιοποιηθούν καλύτερα, μετά και τη διακομματική στήριξη στην εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών που εξήγγειλε πρόσφατα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Οι συνθήκες πάντως παραμένουν ευνοϊκές καθώς η ζήτηση για ορυκτές πρώτες ύλες θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά τα επόμενα χρόνια κυρίως λόγω της αύξησης του επιπέδου της κατανάλωσης στις ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Κίνας, της Ινδίας, της νοτιοανατολικής Ασίας της Λατινικής Αμερικής και της Ρωσίας. Σήμερα, ο εξορυκτικός κλάδος κατέχει ξεχωριστή θέση στην ελληνική οικονομία, ενώ οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτόν κατέχουν ηγετική θέση σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε προϊόντα όπως ο βωξίτης, η αλουμίνα, το αλουμίνιο, το νικέλιο, η καυστική μαγνησία, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, η ελαφρόπετρα και τα μάρμαρα.
Υπολογίζεται πως μόνο η εκμετάλλευση των βεβαιωμένων αποθεμάτων χρυσού-αργύρου της βόρειας Ελλάδας μπορεί να καταστήσει τη χώρας μας, μια από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής πολύτιμων μετάλλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, οι δυνατότητες και οι προοπτικές του κλάδου μπορούν πλέον να αξιοποιηθούν καλύτερα, μετά και τη διακομματική στήριξη στην εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών που εξήγγειλε πρόσφατα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Οι συνθήκες πάντως παραμένουν ευνοϊκές καθώς η ζήτηση για ορυκτές πρώτες ύλες θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά τα επόμενα χρόνια κυρίως λόγω της αύξησης του επιπέδου της κατανάλωσης στις ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Κίνας, της Ινδίας, της νοτιοανατολικής Ασίας της Λατινικής Αμερικής και της Ρωσίας. Σήμερα, ο εξορυκτικός κλάδος κατέχει ξεχωριστή θέση στην ελληνική οικονομία, ενώ οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτόν κατέχουν ηγετική θέση σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε προϊόντα όπως ο βωξίτης, η αλουμίνα, το αλουμίνιο, το νικέλιο, η καυστική μαγνησία, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, η ελαφρόπετρα και τα μάρμαρα.
Τη
συμβολή της μεταλλευτικής βιομηχανίας στην εξαγωγική δραστηριότητα της
χώρας αλλά και τις προοπτικές που υπάρχουν, επισημαίνει» η πρόεδρος του
Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων. Η κ. Χριστίνα Σακελλαρίδη μιλώντας στην
αναφέρει πως ενώ «συχνά έχει τεθεί σε αμφιβολία η ικανότητα της
Ελλάδας να παράγει και αφοριστικά πολλοί απεμπολούν ανταγωνιστικά
πλεονεκτήματα της χώρας, ωστόσο σε αέρα, γη, υπέδαφος και θάλασσα η
Ελλάδα παράγει προϊόντα υψηλής ποιότητας, προϊόντα με καινοτομίες και
υψηλή εξειδίκευση. Η χώρα μας βρίσκεται στις 3 κορυφαίες θέσεις
παγκοσμίως στην παραγωγή αργιλίου-αλουμινίου και σμεκτιτών. Είναι πρώτη
στην Ε.Ε. σε παραγωγή βωξίτη, που πέραν της παραγωγής ενέργειας
χρησιμοποιείται σε δεκάδες βιομηχανικά προϊόντα, ενώ διαθέτει και
μοναδικά κοιτάσματα νικελίου και μαγνησίτη». Τα παραπάνω προϊόντα, όπως
σημειώνει η κ. Σακελλαρίδη έχουν προστιθέμενη αξία γνώσης, τεχνογνωσίας,
εξειδίκευσης, στους κλάδους των δομικών υλικών, του μηχανολογικού
εξοπλισμού, της ενέργειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου