Γράφει ο Αμύντας
Η συγκέντρωση-συλλαλητήριο του περασμένου Σαββάτου, στο κέντρο της πρωτεύουσας, και εκείνη που ακολούθησε προχθές στη Θεσσαλονίκη, ανεξαρτήτως του όγκου τους, αποτέλεσαν κρίσιμη καμπή στη σχέση των στρατιωτικών με το πολιτικό σύστημα.
Εδώ και τέσσερις δεκαετίες, το πολιτικό σύστημα αντιμετώπισε εχθρικά τους στρατιωτικούς, επιδιώκοντας την καταρράκωσης του κύρους τους στην κοινωνία μέσω απαξιωτικών λόγων και έργων και οικονομικής υποβάθμισης, απαξίωσης της ηγεσίας τους μέσω κομματικού ελέγχου των κρίσεων και επιλογής όχι πάντα των αξίων, και πολλά άλλα.
Η συγκέντρωση-συλλαλητήριο του περασμένου Σαββάτου, στο κέντρο της πρωτεύουσας, και εκείνη που ακολούθησε προχθές στη Θεσσαλονίκη, ανεξαρτήτως του όγκου τους, αποτέλεσαν κρίσιμη καμπή στη σχέση των στρατιωτικών με το πολιτικό σύστημα.
Εδώ και τέσσερις δεκαετίες, το πολιτικό σύστημα αντιμετώπισε εχθρικά τους στρατιωτικούς, επιδιώκοντας την καταρράκωσης του κύρους τους στην κοινωνία μέσω απαξιωτικών λόγων και έργων και οικονομικής υποβάθμισης, απαξίωσης της ηγεσίας τους μέσω κομματικού ελέγχου των κρίσεων και επιλογής όχι πάντα των αξίων, και πολλά άλλα.
Για
να δικαιολογήσουν την συμπεριφορά αυτή στον λαό (ο οποίος στην
πλειονότητά του τρέφει αισθήματα εκτίμησης και αγάπης προς τις Ένοπλες
Δυνάμεις) επανέφεραν κάθε τόσο τον «μπαμπούλα» του πραξικοπήματος.
Επιπλέον, χρησιμοποιούσαν και κάποιους γραφικούς της πολιτικής σκηνής,
που «απολάμβαναν» το ακαταλόγιστο εκ μέρους των ΜΜΕ, για να
προσβάλλουν, απαξιώνουν, λοιδορούν.
Βέβαια, στη διάρκεια των τεσσάρων δεκαετιών, το πολιτικό σύστημα βρήκε αρκετούς «πρόθυμους» στο Στράτευμα! Ανθρώπους που στερούμενοι προσόντων είδαν την προσκόλληση σε κομματικούς μηχανισμούς ως ευκαιρία ανέλιξης και υποσκελισμού των συναδέλφων τους. Ειδικά προς το ΠΑΣΟΚ, το οποίο – κυρίως στην πρώτη οκταετία του -αντιμετώπιζε ένδεια «φίλων» στο Στράτευμα, ενώ η ΝΔ «απολάμβανε» τον παράδοσιακά προνομιακό της χώρο. Όλα αυτά συνεχίσθηκαν και στη δεκαετία του 1990, με κορυφαία κομματική παρέμβαση την επαναφορά, μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου 1993, μεγάλου αριθμού αποστράτων σε ανώτατους βαθμούς. Στόχος, αφενός η ικανοποίηση των «ημετέρων», αφετέρου ο πλήρης έλεγχος του Στρατεύματος.
Κατά τα προηγούμενα χρόνια είδαν το φως της δημοσιότητας πολλές δημοσκοπήσεις οι οποίες αναδείκνυαν τις Ένοπλες Δυνάμεις ως το θεσμό που βρισκόταν υψηλότερα στην εκτίμηση των Ελλήνων πολιτών. Ακολουθούσε η Εκκλησία, η Παιδεία και η Δικαιοσύνη. Ήταν κάτι που μας έδινε ικανοποίηση. Όμως το Σύστημα είχε τους σκοπούς του. Βλέποντας ποιοι θεσμοί αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη των αξιών του Έθνους, μεθόδευσε την απαξίωσή και την καταρράκωσή τους – ηθική και οικονομική. Απόδειξη ο συστηματικός πόλεμος που δέχονται οι θεσμοί αυτοί. Απώτερος στόχος, να μην υπάρχει δύναμη αντίστασης στην κλεπτοκρατία, να ανεχόμαστε να μην έχουν ακόμη δικαστεί και λογοδοτήσει όσοι κατέστρεψαν την Ελλάδα, να μένουμε διαιρεμένοι και αδύναμοι και να γινόμαστε βορά στους «κατακτητές» της Πατρίδας.
Όμως το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης έφθασε πλέον στην πλήρη απαξίωσή του. Οι εκπρόσωποί του αδυνατούν να κυκλοφορήσουν. Κρύβονται. Μετά από σαράντα χρόνια, ένας διεφθαρμένος δικομματισμός, συνεπικουρούμενος από μια Αριστερά με ιδεολογικές αγκυλώσεις που ακύρωνε κάθε καινοτομία, ταυτιζόμενη ιδεολογικά με την πολιτική τρομοκρατία, και εκφράζοντας γενικά μια αντιπατριωτική στάση, οδήγησαν τη Χώρα στο γκρεμό και τους Έλληνες στην εξαθλίωση. Ταυτόχρονα, αυτό το σύστημα ενδυνάμωσε και συνεχίζει με τις πρακτικές του να ενισχύει τα «άκρα», οδηγώντας τα μάλιστα εντός της Βουλής: ακροαριστερό αναρχοτραμπουκισμό και ακροδεξιό φασισμό.
Οι συγκεντρώσεις των στρατιωτικών τις προηγούμενες ημέρες έδειξαν ότι ο ομφάλιος λώρος κόπηκε οριστικά. Το ότι πηγαίνουμε σε ολική ρήξη είναι γεγονός. Είδαμε ανάμεσά μας συναδέλφους, όχι απλώς πρώην κομματικά στελέχη (κατά βάση του ΠΑΣΟΚ), αλλά και επίτιμους αρχηγούς, κάποιοι από τους οποίους στην πράξη υπήρξαν «κομματικοί εκπρόσωποι» στο Στράτευμα. Δεν γνωρίζουμε αν τους έφερε στο πεζοδρόμιο η οικονομική ανέχεια, το εθνικό κατρακύλισμα ή οι ενοχές για τη στήριξη που παρείχαν στο πολιτικό σύστημα ως ηγέτες του στρατεύματος.
Πολιτικά, η αντίδραση των στρατιωτικών είναι δυσμενέστερη για την ΝΔ, η οποία πέτυχε ένα εκπληκτικό «αυτογκόλ», ασχέτως αν οφείλεται σε αδυναμία ή σε πολιτική βλακεία. Όπως και να ‘χει, κατάφερε να απολέσει έναν προνομιακό της χώρο που παραδοσιακά αποτελούσε δικό της πλεονέκτημα. Ένα από τα συνθήματα ήταν: «μη μας θεωρείτε δεδομένους, ο ομφάλιος λώρος κόπηκε οριστικά».
Αλλά η φράση που κυριαρχούσε στις συζητήσεις αφορούσε στους «αλήτες που μας έφτασαν στο σημείο να κατεβούμε στο πεζοδρόμιο», κάτι ασύνηθες για τους στρατιωτικούς. Το ευχάριστο ήταν ότι οι εν ενεργεία στρατιωτικοί, στο σύνολό τους δεν προσήλθαν (τουλάχιστον με στολή) στη διαδήλωση. Το ότι κάποιοι μας ανάγκασαν να κατεβούμε στο πεζοδρόμιο, δεν σημαίνει ότι θα κατεβάσουμε και τη ΣΤΟΛΗ στο πεζοδρόμιο. Οι 10-15 ένστολοι αποτέλεσαν ασήμαντη εξαίρεση που δείχνει ότι το σύνολο των εν ενεργεία στρατιωτικών δεν έχουν καμία σχέση με τον άσχετο από στρατό και στολή εκπρόσωπο της εκτροπής, τον οποίο δυστυχώς οι πρόεδροι των Ενώσεων ανέχθηκαν ανάμεσά τους.
Οι συζητήσεις αυτών που συμμετείχαν στις συγκεντρώσεις αναφέρονταν επίσης στον συνεχιζόμενο οικονομικό πόλεμο των πολιτικών κατά των στελεχών του στρατεύματος, εν ενεργεία και εν αποστρατεία. Διότι, σε αντίθεση προς τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους, επιφύλαξαν για τους στρατιωτικούς δυσμενέστερες μειώσεις που δεν εξηγούνται παρά μόνο ως ένδειξη συμπλεγματικής εκδικητικής συμπεριφοράς και ως επιδίωξη ηθικής και οικονομικής καταρράκωσής τους. Ενδεχομένως ο πρωθυπουργός να μη διαπνέεται από αντιστρατιωτικά αισθήματα, έχει όμως την ευθύνη για ότι πράττει ο Στουρνάρας (που ως «παιδί» του Σημίτη, βγάζει… σπυράκια όταν βλέπει στολή) καθώς και ο «προβληματικός» Σταϊκούρας.
Ως κοινή θέση αναδείχθηκε η απαίτηση «η ρήξη να είναι ολοκληρωτική», κηρύσσοντας τις ένοπλες δυνάμεις «εν διωγμώ». Κοινή είναι η απαίτηση, οι Ενώσεις Αποστράτων να καλέσουν όλους τους στρατιωτικούς που είναι κομματικά μέλη, να διαγραφούν, ειδικά εκείνοι που μετέχουν σε κλαδικές και σε τομείς εθνικής άμυνας κομμάτων. Επίσης να κληθούν να αποχωρήσουν οι στρατιωτικοί που απασχολούνται σε πολιτικά γραφεία, εθελοντικά ή επ’ αμοιβή. Όσοι δεν το πράξουν, θα είναι έκθετοι έναντι του συνόλου των συναδέλφων τους. Ανάλογη βέβαια αναμένεται να είναι και η στάση των δύο υφυπουργών που ανήκουν στην οικογένεια των στρατιωτικών.
Η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ας αναλάβει τις ευθύνες της. Οι αρχηγοί μπορούν να είναι βέβαιοι ότι την κρίσιμη ώρα οι πολιτικοί θα τους «πουλήσουν». Και μόνο το γεγονός ότι κάθε οκτάμηνο αλλάζουν αρχηγούς δείχνει πόσο σέβονται τους θεσμούς, πόσο υπολογίζουν τους στρατιωτικούς και πόσο ενδιαφέρονται για την εθνική άμυνα. Ας δουν τον προσβλητικό τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκαν οι πολιτικές ηγεσίες τόσο τον Νοέμβριου του 2011, όσο και την προηγούμενη εβδομάδα προς την στρατιωτική ηγεσία. Σαν να απολύουν κάποιους προβληματικούς υπαλλήλους.
Ας αναρωτηθούν οι αρχηγοί: έχουν τη δυνατότητα να διοικήσουν ένα στράτευμα που βρίσκεται σε σύγχυση, σε αναταραχή, σε απόγνωση και σε ανέχεια; Μπορούν να επιτελέσουν την αποστολή τους με ένα προσωπικό που βρίσκεται στο χειρότερο χαμηλό του φρονήματός του, με πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης και εκτίμησης προς την ηγεσία του, κυρίως την πολιτική; Ας αναρωτηθούν επίσης αν έχουν τη δυνατότητα να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους χωρίς αξιόπιστο υλικό, που πλέον δεν συντηρείται αφού δεν υπάρχουν ανταλλακτικά και καύσιμα;
Ας θυμηθούν επίσης ποιο τέλος επεφύλαξαν οι πολιτικοί το 1996 για τους (κομματικά τοποθετημένους) αρχηγούς. Προκειμένου να καλύψουν τις τεράστιες ευθύνες τους για τα Ίμια ανάγκασαν την τότε ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων (την οποία μετά μία εβδομάδα αποστράτευσαν) να «στηθεί» ενώπιον των δημοσιογράφων και να απολογηθεί.
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του επιδίωξε να εκθέσει και να μειώσει τους στρατιωτικούς «φορτώνοντάς» τους την ευθύνη για την επταετή δικτατορία. Ακόμη και σ’ εκείνους που το 1967 ήταν μαθητές ή νήπια! Θέλησαν να πάρουν εκδίκηση, όχι για τη δημοκρατία αλλά διότι… έχασαν τη δουλειά τους (μαζί με την «κουτάλα»). Αν ενδιαφέρονταν για τη δημοκρατία θα φρόντιζαν, σαράντα χρόνια τώρα, να την επιβάλλουν!
Αντίθετα, σε συνεργασία (ή σε συναλλαγή) με ένα διεφθαρμένο οικονομικό και εκδοτικό κατεστημένο, επέβαλαν μια οικονομική δικτατορία, αλυσόδεσαν τον ελληνικό λαό, αφαίμαξαν τον πλούτο που παρήγε και κατέπνιξαν κάθε αναπτυξιακή πρωτοβουλία. Παράλληλα διέλυσαν την Παιδεία, ουσιώδη προϋπόθεση για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Μετά από τέσσερις δεκαετίες εκείνο που κατάφερε το πολιτικό σύστημα είναι να φέρει τον ελληνικό λαό στο σημείο να προτρέπει τους στρατιωτικούς να επέμβουν! Φυσικά αυτό δεν είναι η λύση…
Βέβαια, στη διάρκεια των τεσσάρων δεκαετιών, το πολιτικό σύστημα βρήκε αρκετούς «πρόθυμους» στο Στράτευμα! Ανθρώπους που στερούμενοι προσόντων είδαν την προσκόλληση σε κομματικούς μηχανισμούς ως ευκαιρία ανέλιξης και υποσκελισμού των συναδέλφων τους. Ειδικά προς το ΠΑΣΟΚ, το οποίο – κυρίως στην πρώτη οκταετία του -αντιμετώπιζε ένδεια «φίλων» στο Στράτευμα, ενώ η ΝΔ «απολάμβανε» τον παράδοσιακά προνομιακό της χώρο. Όλα αυτά συνεχίσθηκαν και στη δεκαετία του 1990, με κορυφαία κομματική παρέμβαση την επαναφορά, μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου 1993, μεγάλου αριθμού αποστράτων σε ανώτατους βαθμούς. Στόχος, αφενός η ικανοποίηση των «ημετέρων», αφετέρου ο πλήρης έλεγχος του Στρατεύματος.
Κατά τα προηγούμενα χρόνια είδαν το φως της δημοσιότητας πολλές δημοσκοπήσεις οι οποίες αναδείκνυαν τις Ένοπλες Δυνάμεις ως το θεσμό που βρισκόταν υψηλότερα στην εκτίμηση των Ελλήνων πολιτών. Ακολουθούσε η Εκκλησία, η Παιδεία και η Δικαιοσύνη. Ήταν κάτι που μας έδινε ικανοποίηση. Όμως το Σύστημα είχε τους σκοπούς του. Βλέποντας ποιοι θεσμοί αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη των αξιών του Έθνους, μεθόδευσε την απαξίωσή και την καταρράκωσή τους – ηθική και οικονομική. Απόδειξη ο συστηματικός πόλεμος που δέχονται οι θεσμοί αυτοί. Απώτερος στόχος, να μην υπάρχει δύναμη αντίστασης στην κλεπτοκρατία, να ανεχόμαστε να μην έχουν ακόμη δικαστεί και λογοδοτήσει όσοι κατέστρεψαν την Ελλάδα, να μένουμε διαιρεμένοι και αδύναμοι και να γινόμαστε βορά στους «κατακτητές» της Πατρίδας.
Όμως το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης έφθασε πλέον στην πλήρη απαξίωσή του. Οι εκπρόσωποί του αδυνατούν να κυκλοφορήσουν. Κρύβονται. Μετά από σαράντα χρόνια, ένας διεφθαρμένος δικομματισμός, συνεπικουρούμενος από μια Αριστερά με ιδεολογικές αγκυλώσεις που ακύρωνε κάθε καινοτομία, ταυτιζόμενη ιδεολογικά με την πολιτική τρομοκρατία, και εκφράζοντας γενικά μια αντιπατριωτική στάση, οδήγησαν τη Χώρα στο γκρεμό και τους Έλληνες στην εξαθλίωση. Ταυτόχρονα, αυτό το σύστημα ενδυνάμωσε και συνεχίζει με τις πρακτικές του να ενισχύει τα «άκρα», οδηγώντας τα μάλιστα εντός της Βουλής: ακροαριστερό αναρχοτραμπουκισμό και ακροδεξιό φασισμό.
Οι συγκεντρώσεις των στρατιωτικών τις προηγούμενες ημέρες έδειξαν ότι ο ομφάλιος λώρος κόπηκε οριστικά. Το ότι πηγαίνουμε σε ολική ρήξη είναι γεγονός. Είδαμε ανάμεσά μας συναδέλφους, όχι απλώς πρώην κομματικά στελέχη (κατά βάση του ΠΑΣΟΚ), αλλά και επίτιμους αρχηγούς, κάποιοι από τους οποίους στην πράξη υπήρξαν «κομματικοί εκπρόσωποι» στο Στράτευμα. Δεν γνωρίζουμε αν τους έφερε στο πεζοδρόμιο η οικονομική ανέχεια, το εθνικό κατρακύλισμα ή οι ενοχές για τη στήριξη που παρείχαν στο πολιτικό σύστημα ως ηγέτες του στρατεύματος.
Πολιτικά, η αντίδραση των στρατιωτικών είναι δυσμενέστερη για την ΝΔ, η οποία πέτυχε ένα εκπληκτικό «αυτογκόλ», ασχέτως αν οφείλεται σε αδυναμία ή σε πολιτική βλακεία. Όπως και να ‘χει, κατάφερε να απολέσει έναν προνομιακό της χώρο που παραδοσιακά αποτελούσε δικό της πλεονέκτημα. Ένα από τα συνθήματα ήταν: «μη μας θεωρείτε δεδομένους, ο ομφάλιος λώρος κόπηκε οριστικά».
Αλλά η φράση που κυριαρχούσε στις συζητήσεις αφορούσε στους «αλήτες που μας έφτασαν στο σημείο να κατεβούμε στο πεζοδρόμιο», κάτι ασύνηθες για τους στρατιωτικούς. Το ευχάριστο ήταν ότι οι εν ενεργεία στρατιωτικοί, στο σύνολό τους δεν προσήλθαν (τουλάχιστον με στολή) στη διαδήλωση. Το ότι κάποιοι μας ανάγκασαν να κατεβούμε στο πεζοδρόμιο, δεν σημαίνει ότι θα κατεβάσουμε και τη ΣΤΟΛΗ στο πεζοδρόμιο. Οι 10-15 ένστολοι αποτέλεσαν ασήμαντη εξαίρεση που δείχνει ότι το σύνολο των εν ενεργεία στρατιωτικών δεν έχουν καμία σχέση με τον άσχετο από στρατό και στολή εκπρόσωπο της εκτροπής, τον οποίο δυστυχώς οι πρόεδροι των Ενώσεων ανέχθηκαν ανάμεσά τους.
Οι συζητήσεις αυτών που συμμετείχαν στις συγκεντρώσεις αναφέρονταν επίσης στον συνεχιζόμενο οικονομικό πόλεμο των πολιτικών κατά των στελεχών του στρατεύματος, εν ενεργεία και εν αποστρατεία. Διότι, σε αντίθεση προς τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους, επιφύλαξαν για τους στρατιωτικούς δυσμενέστερες μειώσεις που δεν εξηγούνται παρά μόνο ως ένδειξη συμπλεγματικής εκδικητικής συμπεριφοράς και ως επιδίωξη ηθικής και οικονομικής καταρράκωσής τους. Ενδεχομένως ο πρωθυπουργός να μη διαπνέεται από αντιστρατιωτικά αισθήματα, έχει όμως την ευθύνη για ότι πράττει ο Στουρνάρας (που ως «παιδί» του Σημίτη, βγάζει… σπυράκια όταν βλέπει στολή) καθώς και ο «προβληματικός» Σταϊκούρας.
Ως κοινή θέση αναδείχθηκε η απαίτηση «η ρήξη να είναι ολοκληρωτική», κηρύσσοντας τις ένοπλες δυνάμεις «εν διωγμώ». Κοινή είναι η απαίτηση, οι Ενώσεις Αποστράτων να καλέσουν όλους τους στρατιωτικούς που είναι κομματικά μέλη, να διαγραφούν, ειδικά εκείνοι που μετέχουν σε κλαδικές και σε τομείς εθνικής άμυνας κομμάτων. Επίσης να κληθούν να αποχωρήσουν οι στρατιωτικοί που απασχολούνται σε πολιτικά γραφεία, εθελοντικά ή επ’ αμοιβή. Όσοι δεν το πράξουν, θα είναι έκθετοι έναντι του συνόλου των συναδέλφων τους. Ανάλογη βέβαια αναμένεται να είναι και η στάση των δύο υφυπουργών που ανήκουν στην οικογένεια των στρατιωτικών.
Η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ας αναλάβει τις ευθύνες της. Οι αρχηγοί μπορούν να είναι βέβαιοι ότι την κρίσιμη ώρα οι πολιτικοί θα τους «πουλήσουν». Και μόνο το γεγονός ότι κάθε οκτάμηνο αλλάζουν αρχηγούς δείχνει πόσο σέβονται τους θεσμούς, πόσο υπολογίζουν τους στρατιωτικούς και πόσο ενδιαφέρονται για την εθνική άμυνα. Ας δουν τον προσβλητικό τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκαν οι πολιτικές ηγεσίες τόσο τον Νοέμβριου του 2011, όσο και την προηγούμενη εβδομάδα προς την στρατιωτική ηγεσία. Σαν να απολύουν κάποιους προβληματικούς υπαλλήλους.
Ας αναρωτηθούν οι αρχηγοί: έχουν τη δυνατότητα να διοικήσουν ένα στράτευμα που βρίσκεται σε σύγχυση, σε αναταραχή, σε απόγνωση και σε ανέχεια; Μπορούν να επιτελέσουν την αποστολή τους με ένα προσωπικό που βρίσκεται στο χειρότερο χαμηλό του φρονήματός του, με πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης και εκτίμησης προς την ηγεσία του, κυρίως την πολιτική; Ας αναρωτηθούν επίσης αν έχουν τη δυνατότητα να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους χωρίς αξιόπιστο υλικό, που πλέον δεν συντηρείται αφού δεν υπάρχουν ανταλλακτικά και καύσιμα;
Ας θυμηθούν επίσης ποιο τέλος επεφύλαξαν οι πολιτικοί το 1996 για τους (κομματικά τοποθετημένους) αρχηγούς. Προκειμένου να καλύψουν τις τεράστιες ευθύνες τους για τα Ίμια ανάγκασαν την τότε ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων (την οποία μετά μία εβδομάδα αποστράτευσαν) να «στηθεί» ενώπιον των δημοσιογράφων και να απολογηθεί.
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του επιδίωξε να εκθέσει και να μειώσει τους στρατιωτικούς «φορτώνοντάς» τους την ευθύνη για την επταετή δικτατορία. Ακόμη και σ’ εκείνους που το 1967 ήταν μαθητές ή νήπια! Θέλησαν να πάρουν εκδίκηση, όχι για τη δημοκρατία αλλά διότι… έχασαν τη δουλειά τους (μαζί με την «κουτάλα»). Αν ενδιαφέρονταν για τη δημοκρατία θα φρόντιζαν, σαράντα χρόνια τώρα, να την επιβάλλουν!
Αντίθετα, σε συνεργασία (ή σε συναλλαγή) με ένα διεφθαρμένο οικονομικό και εκδοτικό κατεστημένο, επέβαλαν μια οικονομική δικτατορία, αλυσόδεσαν τον ελληνικό λαό, αφαίμαξαν τον πλούτο που παρήγε και κατέπνιξαν κάθε αναπτυξιακή πρωτοβουλία. Παράλληλα διέλυσαν την Παιδεία, ουσιώδη προϋπόθεση για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Μετά από τέσσερις δεκαετίες εκείνο που κατάφερε το πολιτικό σύστημα είναι να φέρει τον ελληνικό λαό στο σημείο να προτρέπει τους στρατιωτικούς να επέμβουν! Φυσικά αυτό δεν είναι η λύση…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου