Μέχρι σήμερα μαθαίνατε πως πολεμούν οι Έλληνες. Σήμερα θα μάθετε και πως πεθαίνουν.
«Στην εσχάτην ανάγκην θα αγωνιστώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας, αλλά ζωντανόν δεν θα με πιάσουν».
Γρηγόρης Αυξεντίου.
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου γεννήθηκε στο χωριό Λύση της επαρχίας
Αμμοχώστου, που βρίσκεται ανάμεσα στη Λευκωσία και την Αμμόχωστο, στις
22 Φεβρουαρίου του 1928. Από τη φύση του ήταν παράτολμος και ατίθασος,
ενώ είχε γαλουχηθεί με εθνικά και θρησκευτικά ιδεώδη.
Οι γονείς του, Πιερής και Αντωνού, ήταν εύποροι αγρότες. Είχε και μια αδερφή, την Χρυσταλλού Αυξεντίου-Σουρουλλά.
Ο Γρηγόρης μετά το δημοτικό σχολείο του χωριού του φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και ακολούθως έφυγε για την Ελλάδα με σκοπό να γίνει στρατιωτικός. Για να σπουδάσει, πήρε πρώτα την ελληνική υπηκοότητα και ξεγράφτηκε ουσιαστικά από την τότε αγγλοκρατούμενη Κύπρο. Μπήκε τελικά στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών και παράλληλα μελετούσε φιλολογία σκοπεύοντας να παρακολουθήσει αργότερα τη Φιλοσοφική. Το 1949 απέτυχε στις εξετάσεις της Σχολής Ευελπίδων και γράφτηκε στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού και έλαβε κατάρτιση ανθυπολοχαγού. Εκεί αφού αποφοίτησε, έκανε τη στρατιωτική του θητεία στον 1° λόχο του 613ου τάγματος πεζικού, στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα και αλλού, απ’ όπου και έστελνε φλογερά πατριωτικά γράμματα στους δικούς του, αναφέροντας ότι εκεί αισθανόταν περήφανος γιατί έκανε το καθήκον του προς την πατρίδα.
Τελείωσε τη θητεία του στις 15/11/1952 και επέστρεψε στην Κύπρο, όπου άρχισε να εργάζεται στα κτήματα του πατέρα του σαν οδηγός, μεταφέροντας εργάτες από τη Λύση στην Αμμόχωστο. Εκείνη την περίοδο αρραβωνιάζεται.
Τον Ιανουάριο του 1955 μυήθηκε στην Ε.Ο.Κ.Α. (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών, με κύριο στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα) από τον Ανδρέα Αζίνα και είχε την πρώτη του επαφή με το Γρίβα στις 20/1/1955, που ήταν αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α. και μπήκε στον αγώνα κατά των Άγγλων.
Αντί του καθιερωμένου όρκου, ο Γεώργιος Γρίβας Διγενής δέχτηκε τον λόγο της στρατιωτικής τιμής του Αυξεντίου.
Την άνοιξη του ιδίου χρόνου συμμετείχε στις επιθέσεις κατά της Ηλεκτρικής Εταιρείας και του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Λευκωσίας. Πολύ γρήγορα διακρίθηκε για τις ηγετικές του ικανότητες και ο Γρίβας, αναγνωρίζοντας το ήθος και τον πατριωτικό του ζήλο, του δίνει την θέση του υπαρχηγού της Ε.Ο.Κ.Α και του αναθέτει την στρατολόγηση και εκπαίδευση ανδρών στον τομέα της Αμμοχώστου σε συνεργασία με τις οργανωμένες ήδη ομάδες της περιοχής, που δρούσαν στις τάξεις του ΕΜΑΚ (Εθνικό Μέτωπο Απελευθερώσεως Κύπρου), όπου και τον θέτει επικεφαλή. Μέσα στην Οργάνωση πήρε το κωδικό όνομα «Ζήδρος» (το αγωνιστικό του ψευδώνυμο παρέπεμπε στο Ζήδρο, το Δυτικομακεδόνα κλεφταρματολό επί Τουρκοκρατίας.), το οποίο και κράτησε μέχρι τον ηρωικό του θάνατο. Κατά τη διάρκεια της σύντομης αντιστασιακής του δράσης έλαβε και τα ψευδώνυμα «Ρήγας», «Αίαντας», «Άρης», «Μάστρος», «Ανταίος» και «Ζώτος» και έγινε το φόβητρο των Άγγλων και ο θρύλος των συμπατριωτών του.
Ήταν ηγετική φυσιογνωμία και διέθετε οργανωτικές και στρατιωτικές αρετές. Ήταν ο μόνος από τους νεαρούς μαχητές που διέθετε στρατιωτική κατάρτιση, αλλά παράλληλα διακρινόταν για τις πνευματικές του αρετές, την αγάπη και τη στοργή που έδειχνε προς τους συντρόφους του, τους οποίους και στήριζε, ενδυνάμωνε και ενίσχυε με σθένος, αγωνιστικότητα και αυταπάρνηση.
Ο Αυξεντίου ήταν ο πρώτος τομεάρχης της ΕΟΚΑ στην περιοχή Αμμοχώστου και την 1η Απριλίου του 1955, πρώτη μέρα του αγώνα κατά των Άγγλων, επειδή ανακαλύφθηκε το αυτοκίνητο που χρησιμοποιούσε για την επιχείρηση ανατινάξεων στις πετρελαιοαποθήκες της αγγλικής βάσης Δεκέλειας, βγήκε στα βουνά και ηγήθηκε των επιθέσεων εναντίον αγγλικών στόχων στον τομέα του. Από τότε μέχρι το τέλος της ζωής του έζησε στην παρανομία διευθύνοντας ανταρτικές ομάδες.
Δεν άργησε να γίνει ο υπ’ αριθμόν ένα καταζητούμενος από τους Άγγλους, οι οποίοι τον επικήρυξαν αρχικά με 250 λίρες και στην συνέχεια, με το υπέρογκο για την εποχή, ποσό των 5.000 λιρών, επειδή ανατίναξε αγγλικές περιουσίες.
Μετά την επικήρυξη του καταφεύγει στην οροσειρά τού Πενταδάκτυλου, σε μια φυσική στενόχωρη σπηλιά. Εκεί τον βρήκε ο βοσκός από τη Λάπηθο, γέρο Γιώργος Ζοππής και άρχισε να τον τροφοδοτεί, εκμεταλλευόμενος το επάγγελμά του που δικαιολογούσε την καθημερινή παρουσία του στο βουνό. Εκεί ο Αυξεντίου μαθαίνει στους αγωνιστές την χρήση των όπλων, καθώς και τεχνικές ανταρτοπόλεμου.
Στην περιοχή κατέφυγαν τον επόμενο καιρό και άλλοι αντάρτες, οπότε ο Αυξεντίου σκέφτηκε πως ήταν αναγκαία η ύπαρξη συνεχούς υδροδότησής τους, διότι, όπως έλεγε, «την πείνα μπορείς να την αντέξεις, αλλά τη δίψα όχι». Σκέφτηκε πολύ το θέμα, έδερνε συνεχώς το μυαλό του, σε σημείο που η εξεύρεση νερού τού έγινε έμμονη ιδέα. Η πίστη, όμως, δεν του έλειψε ποτέ. Έτσι, ένα καλό πρωινό, πήρε τον κούσπο και άρχισε να κτυπά με δύναμη σε συγκεκριμένο σημείο της οροφής της σπηλιάς. Οι σύντροφοί του όχι μόνο παραξενεύτηκαν για την ενέργειά του αυτή, αλλά και από μέσα τους γελούσαν κοροϊδευτικά. Όμως, σε κάποια στιγμή, το θαύμα έγινε: Μαζί με το ποτάμι ιδρώτα, που έτρεχε από το πρόσωπο και το κορμί του ήρωα, άρχισε να στάζει και νερό στο κεφάλι του, η ροή, μάλιστα όλο και δυνάμωνε. Η έκπληξη όλων γι’ αυτό που έβλεπαν ήταν μεγάλη, οπότε ο Γρηγόρης, ρίχνοντας, κάτω τον κούσπο με ανακούφιση, φώναξε δυνατά: «Είδετε βρε τι σημαίνει να πιστεύκεις σε κάτι; Εγιώ αν δεν επίστευκα, νερόν δεν θα ευρίσκαμεν. Να πιστεύκετε, λοιπόν, να πιστεύκετε!..».
Το γεγονός, απέδειξε ότι η δύναμη της πίστης ήταν πολύ βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του Γρηγόρη.
Η δράση του ήταν πλούσια τόσο στον Πενταδάκτυλο όσο και στο όρος Τρόοδος όπου κατέφυγε αργότερα.
Κρυφά παντρεύτηκε και κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες την ως τότε
μνηστή του Βασιλεία Παναγή, μια νύχτα στο μοναστήρι του Αχειροποιήτου
στις 10/6/1955. Ποτέ οι Άγγλοι δεν μπόρεσαν να πιάσουν το «Ζήδρο», όσες
και αν κάνανε προσπάθειες. Πάντα τους ξέφευγε.
Οι μάχες διαδέχονται η μια την άλλη: Αγύρτα, Λάπηθος, Πεδουλάς, Δευτερά.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 επέδειξε τις εξαίρετες στρατιωτικές του ικανότητες στην ιστορική μάχη των Σπηλιών, παρασύροντας δυο φάλαγγες των Άγγλων στρατιωτών, που ανηφόριζαν προς τα κρησφύγετα, να συγκρουστούν μεταξύ τους.
Πολλά και τα κουφάρια που οι αποικιοκράτες αναγκάστηκαν να μετρήσουν στα Χανδριά, το Μάρτιο του 1956. Εκεί έπεσε ένας από τους καλύτερους πολεμιστές του Αυξεντίου, ο Χρήστος Τσιάρτας. Το Πάσχα του 1956 βρίσκει τον ήρωα ν’ αναρρώνει στο ιστορικό (ιδρύθηκε το 1148) μοναστήρι του Μαχαιρά, μετά από εγχείρηση. Εκεί συνέβη και το πρωτοφανές της εμφάνισής του ενώπιον των διωκτών του, όταν πάνω από 100 Άγγλοι αξιωματικοί και στρατιώτες έζωσαν το μοναστήρι. Μεταμφιεσμένος σε καλόγερο, με γενειάδα και ράσο, ο Γρηγόρης Αυξεντίου παρουσιάστηκε και συστήθηκε στον Άγγλο επικεφαλής αξιωματικό ως ο «πάτερ-Xρύσανθος» και στην συνέχεια τους…κέρασε.
Ο Διγενής τού ανέθεσε μαζί με τον τομέα Πιτσιλιάς και τα χωριά της Ορεινής – Μαχαιρά. Τον Ιούλιο του 1956 προστέθηκαν στον τομέα του και τα κρασοχώρια Λεμεσού.
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1956, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κυκλώνεται μαζί με τα παλικάρια του στο χωριό Ζωοπηγή και ακολουθεί σφοδρή σύγκρουση. Ο Αυξεντίου τραυματίζεται, αλλά διαφεύγει, αφήνει όμως νεκρό πίσω, τον συναγωνιστή του Μάκη Γεωργάλλα.
Την 1η Μαρτίου του 1957, οι Άγγλοι ξαναεισβάλλουν στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Υποβάλουν σ’ εξαντλητική ανάκριση τον αγωγιάτη της Μονής και τον αναγκάζουν ν’ αποκαλύψει ότι ο Αυξεντίου έχει κατασκευάσει καταφύγιο-κρύπτη ένα χιλιόμετρο πιο κάτω.
Στις 3 Μαρτίου 1957, Άγγλοι στρατιώτες περικύκλωσαν το κρησφύγετό του κοντά στον Μαχαιρά.
Ο Γρηγόρης φώναξε τότε:
«Σύντροφοι, ο θεός να με βγάλει ψεύτη, προδοθήκαμε».
«Αρχηγέ, μαζί σου και στον θάνατο» ψιθύρισαν όλοι.
Δεν πρόλαβαν να τελειώσουν την κουβέντα τους και οι στρατιώτες έφθασαν στην είσοδο του κρησφύγετου. Φώναξαν στους άνδρες να παραδοθούν όμως καμία απάντηση.
Η μάχη κράτησε για ώρες. Στην ομάδα του ήταν οι Ανδρέας Στυλιανού, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντώνης Παπαδόπουλος και Φειδίας Συμεωνίδης, τους οποίους, όμως, διέταξε να βγουν από το κρησφύγετο και να παραδοθούν για να σωθούν, ενώ αυτός έμεινε και πολέμησε μόνος επί 10 ώρες τους εχθρούς, τραυματισμένος από θραύσμα χειροβομβίδας.
«Εσείς να βγείτε», είπε ο Γρηγόρης στους άνδρες του, «Θα σας χρειαστεί αλλού η πατρίδα. Εγώ πρέπει να μείνω εδώ για να πολεμήσω για την πατρίδα μας».
Ο ίδιος αποφασισμένος να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των Άγγλων και αν χρειαστεί να θυσιαστεί τους είπε επί λέξη:
Σε προτροπές τών Άγγλων να παραδοθεί είχε μόνο μία απάντηση να δώσει «Μολών Λαβέ». Αμέσως, τέσσερις στρατιώτες όρμησαν μέσα στην σπηλιά. Ο Αυξεντίου τους υποδέχτηκε με καταιγιστικά πυρά. Οι τρεις Βρετανοί οπισθοχώρησαν έντρομοι, ο τέταρτος, ένας δεκανέας, έπεσε νεκρός.
Σύμφωνα με μαρτυρία του συμπολεμιστή του Αυγουστή Ευσταθίου, που μετά τη ρίψη χειροβομβίδας στο κρησφύγετο επέστρεψε, με υπόδειξη των Άγγλων, για να διακριβώσει αν ο Αυξεντίου ήταν ζωντανός και να τον πείσει να παραδοθεί. Ο Αυγουστής προτίμησε να μείνει μαζί με τον αρχηγό του.
Ο Γρηγόρης φώναξε: «Τώρα είμαστε δύο. Ελάτε να μας πάρετε». Και η μάχη συνεχίστηκε ως το απόγευμα. Προσπάθειά τους ήταν να κρατήσουν τη μάχη μέχρι να νυχτώσει και επωφελούμενοι από το σκοτάδι να διαφύγουν. Οι Άγγλοι στρατιώτες, που αντιλήφθηκαν τον σκοπό τους, περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη, το πυρπόλησαν και έκαψαν ζωντανό τον Αυξεντίου, ενώ ο Αυγουστής Ευσταθίου, με βαριά εγκαύματα, επιχειρεί έξοδο και συλλαμβάνεται. Οι εμπρηστικές βόμβες πετρελαίου, των μισελλήνων του Λονδίνου, λαμπαδιάζουν τα πάντα. Έτσι, καιόμενος σαν λαμπάδα, έπεσε ο Γρηγόρης Αυξεντίου, άμορφη μάζα από καμένη σάρκα, πυροβολώντας ως το τέλος, Κυριακή 3 Μαρτίου 1957. Οι ισχυρές δυνάμεις των Άγγλων υπέστησαν όμως πρωτοφανείς απώλειες (πάνω από 40 οι νεκροί, ακόμα περισσότεροι οι τραυματίες).
Όπως έγραψαν εφημερίδες της εποχής:
Το καρβουνιασμένο πτώμα του αναγνώρισε πρώτος ο πατέρας του στο στρατιωτικό νοσοκομείο Λευκωσίας.
«Απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του», όπως είπε, «κι από κείνο το χρυσό κωσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του».
Βγήκε από το νεκροτομείο χαμογελώντας… Κι όταν ρωτήθηκε από τους οικείους του γιατί γελούσε, κι αν τελικά δεν είναι ο Γρηγόρης, αυτός απάντησε με περηφάνια:
«Ναι, ο Γρηγόρης είναι, αλλά να μην μας δούνε αυτά τα σκυλιά να κλαίμε» και αφού απομακρύνθηκε λίγο, έβαλε τα κλάματα…
Η μάνα του όταν πληροφορήθηκε το μαύρο μαντάτο έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτω απ’ το δυνατό σαγόνι της και είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της:
«Είμαι περήφανη για τον γιο μου. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου».
Από φόβο λαϊκών εκδηλώσεων οι Άγγλοι έθαψαν το καμένο σώμα του Αυξεντίου στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, στις 4 Μαρτίου 1957, στον χώρο που είναι γνωστός σήμερα ως
«Φυλακισμένα Μνήματα».
Έτσι ο Γρηγόρης Αυξεντίου με τη θυσία του επισφράγισε τον αγώνα του για την ελευθερία της Κύπρου, περνώντας στην αθανασία και στην άφθαρτη μνήμη της ιστορίας επονομαζόμενος επάξια ως «ο αετός του Μαχαιρά» από τον κυπριακό λαό.
ΠΟΙΟΣ ΠΡΟΔΩΣΕ ΤΟΝ ΓΡ. ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ;
Συνέντευξη του Π. Φιλίππου
Όπως όλοι γνωρίζουν το κρησφύγετο του Αυξεντίου περικυκλώθηκε από τα βρετανικά στρατεύματα μετά από προδοσία.
Αυτή η προδοσία δεν ήταν η μοναδική, όπως νομίζουν πολλοί αλλά ήταν ακόμα ένας κρίκος στη σειρά των προδοσιών που ακολουθούσαν τον Αυξεντίου και την ομάδα του.
Οι προδοσίες ξεκίνησαν από την πρώτη στιγμή που βγήκε στο βουνό, τον Ιούλιο του 1955 και τον ακολουθούσαν παντού και πάντοτε.
Η τελευταία ήταν αυτή του Μαχαιρά και ένοχος θεωρείται ο βοσκός της μονής.
Όμως ο Πέτρος Φιλίππου (αυτό είναι το όνομα του) δεν ήταν ο βοσκός αλλά ο αγωγιάτης της μονής Μαχαιρά.
Όμως η γνωστή εκδοχή της ιστορίας τον θέλει ως βοσκό που η μάντρα του βρισκόταν απέναντι από το κρησφύγετο. Αν και σήμερα αυτή η μάντρα δεν υπάρχει (απ’ ότι διαπίστωσα κατά την πρόσφατη επίσκεψη μου στο χώρο), όταν επισκεπτόμασταν το κρησφύγετο με το σχολείο μας έδειχναν την συγκεκριμένη μάντρα του θλιβερού προδότη, ως πειστήριο των όσων λέγονταν.
Η υπόθεση αυτή παρουσιάζει αρκετά κενά. Σε σημείο που να δημιουργεί την υποψία ότι ο Πέτρος Φιλίππου αποτέλεσε τον αποδιοπομπαίο τράγο στην όλη υπόθεση.
Υπάρχουν ερωτηματικά:
Α) Γιατί οι Βρετανοί δεν έχουν μέχρι στιγμής αποδεσμεύσει κανένα έγγραφο που να αναφέρεται στα συγκεκριμένα γεγονότα;
Β) Γιατί κανένας από τους τόσους ερευνητές δεν αναζήτησαν τον φερόμενο ως προδότη και δεν θέλησαν να τον ρωτήσουν να τους πει τη δική του εκδοχή;
Γ) Γιατί τον δίκασαν και τον καταδίκασαν ερήμην…
Μήπως υπάρχει κάποια σκοπιμότητα;
Ο γράφων μετά από αρκετές δυσκολίες κατάφερε και εντόπισε τον Πέτρο Φιλίππου στο Λονδίνο. Ποτέ δεν συναντηθήκαμε, μιλήσαμε όμως στο τηλέφωνο.
Με την έγκριση του ηχογραφήθηκε η συνδιάλεξη μας που έγινε το 1999 και βγήκε στη δημοσιότητα την 1η Απριλίου 2005 από τις ραδιοσυχνότητες του ΑΣΤΡΑ 92,8.
Επίσημα και φανερά δεν υπήρξε καμία αντίδραση. Παρασκηνιακά όμως έγιναν κάποιες κρούσεις από συγκεκριμένα πρόσωπα (δεν είναι της ώρας να τα αναφέρουμε) που ζητούσαν περισσότερες πληροφορίες και κάποιοι έσκιζαν τα ιμάτια τους γιατί να βγει στον αέρα μια άλλη εκδοχή.
Ο Πέτρος Φιλίππου δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Πέθανε πριν μερικά χρόνια.
Η τεχνολογία όμως επιτρέπει να έχουμε τη φωνή του.
Παραθέτω λοιπόν εκτενές αποσπάσματα από τη συνέντευξη όχι επειδή υιοθετώ τα όσα λέει αλλά επειδή νιώθω ότι έχω χρέος να τα καταγράψω.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΕΤΡΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ
Π.Φ. Κατά το τέλος του 1956 αρχές 1957 μερικοί από τους συντρόφους του Αυξεντίου είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι από τον αγγλικό στρατό. Δύο από αυτούς Ανδρέας και Γιώργος (σημ. Μ.Μ. προφανώς πρόκειται για τους Γιάννη Παύλου γνωστό ως Πιπίνο και Γιώργος Λοϊζίδης γνωστό ως Απόστρατο), μου είπαν ότι δεν μπορούσαν να υποφέρουν τα βασανιστήρια από το στρατό και για να σώσουν τη ζωή τους αναγκάστηκαν να προδώσουν τον Γρ. Αυξεντίου και τους συντρόφους του καθώς και όσους άλλους γνώριζαν που αγωνίζονταν για την ελευθερία της Κύπρου.
Γύριζαν όλη την Κύπρο με το στρατό, διότι αυτοί γνώριζαν πολλές περιοχές όπου κρύβονταν αγωνιστές.
Τέλος Φεβρουαρίου 1957 οδηγώντας τον στρατό στην περιοχή Μαχαιρά και τα γύρω χωριά, πρόδιδαν όλα τα μέρη που γνώριζαν ότι πιθανόν να κρυβόταν ο Αυξεντίου.
Το τελευταίο κρησφύγετο το γνώριζαν μόνο οι σύντροφοι του Αυξεντίου και δύο μοναχοί της μονής Μαχαιρά.
Σήμερα ζητώ τον κ. Αυγουστή Ευσταθίου, έναν από τους στενούς συντρόφους του Αυξεντίου να παρουσιαστεί ενώπιον του κυπριακού λαού και να πει την αλήθεια για τους δύο συντρόφους του και όχι να παρουσιάζεται κάθε χρόνο και να λέει όλα όσα λέει για να κάνει τον εαυτό του μεγάλο και να κρύβει τους φίλους του. (Εννοεί τους Απόστρατο και Πιπίνο).
Οι ένοχοι της προδοσίας του Αυξεντίου είναι οι δύο προαναφερόμενοι σύντροφοι του Αυξεντίου, Απόστρατος και Πιπίνος.
Ερ. Έχουμε κάποιες μαρτυρίες του τότε ηγούμενου Μαχαιρά Ειρηναίου ο οποίος λέει ότι εσύ μαζί με τον μοναχό Μακάριο πήγατε στον Λυθροδόντα. Δεν ξέρει τι πήγατε να κάνετε, αλλά στη συνέχεια λέει, το Σάββατο το πρωί σε φέρανε με ένα τζιπ και έδειχνες όλα τα κρησφύγετα που ήταν μέσα στο μοναστήρι.
Π.Φ. Αυτά είναι όλα ψέματα. Εκτός από την κρυψώνα στα Κιόνια, δεν γνώριζα κανένα άλλο μέρος που κρυβόταν η ομάδα. Ορκίζομαι στους γονείς μου ότι στο τελευταίο κρησφύγετο ποτέ δεν πήγα ούτε γνώριζαν πού ήταν. Γνώριζαν μόνο ο Ειρηναίος και ο Μακάριος.
Ερ. Μόνο αυτοί οι δύο;
Π.Φ. Ναι. Διότι όταν οι δύο συναγωνιστές του (Απόστρατος και Πιπίνος) πιάστηκαν αιχμάλωτοι όλα ήρθαν εναντίον και ο Γρηγόρης Αυξεντίου αναγκάστηκε να κάνει νέο κρυψώνα τον οποίον γνώριζαν μόνο ο Ειρηναίος και ο Μακάριος ο μοναχός. Εγώ έφυγα από τον Μαχαιρά όταν μας πρόδωσαν όλους. Βρήκα τον Απόστρατο και τον Πιπίνο και όπως είπα μου είπαν ότι πρόδωναν για να γλιτώσουν τα βασανιστήρια.
Εγώ όταν έφυγα από το Μαχαιρά ποτέ δεν γύρισα πίσω, ούτε μίλησα με τον Μακάριο ούτε με κανένα άλλο. Όλα είναι ψευδομαρτυρίες.
Ερ. Όμως ο Αυγουστής λέει ότι ο προδότης του κρησφυγέτου είσαι εσύ.
Π.Φ. Όχι! Γιατί δεν έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο να μου το πει; Ποιοι έφεραν τον στρατό στο Μαχαιρά;
Ερ. Λέει λοιπόν ότι εσύ ήσουν απέναντι από το κρησφύγετο κάποια μέρα και όργωνες το χωράφι. Εκείνη την ημέρα ο Αυξεντίου μαζί με την ομάδα του έκρυβαν την οροφή του κρησφύγετου και λέει ότι εσύ τους είδες.
Π.Φ. Ορκίζομαι ότι όλα αυτά είναι ψέματα. Ποτέ δεν γνώριζα για το συγκεκριμένο μέρος, ποτέ μου δεν πήγα εκεί. Το ξαναλέω, εκτός από την κρυψώνα στα Κιόνια και το χώρο μέσα στο μοναστήρι, τίποτε άλλο δεν ήξερα.
Ερ. Γνώριζες τους αγωνιστές;
Π.Φ. Ναι, γιατί να το αρνηθώ. Τους γνώρισα στο μοναστήρι. Ο Γρηγόρης πάντα είχε εμπιστοσύνη σε μένα ότι ποτέ δεν μιλούσα. Δεν θα αρνηθώ τίποτε. Τους έπαιρνα φαγητό στα Κιόνια αλλά τα άλλα κρησφύγετα της περιοχής δεν τα γνώριζα. Ούτε είμαι ένοχος για το θάνατο του Αυξεντίου.
Ερ. Ο Α. Στυλιανού λέει ότι εσύ ομολόγησες μετά από βασανιστήρια που σου έκαναν.
Π.Φ. Κανένας δεν με βασάνισε. Είναι αλήθεια ότι ζαλίστηκα μέσα στο αυτοκίνητο. Αυτό ήταν όλο. Είδα το βίντεο που με παρουσιάζει να με βασανίζουν δήθεν κάνοντας μου γύρους με το αυτοκίνητο. Αυτά είναι όλα ψέματα.
Ο Γρ. Αυξεντίου ήταν ορκισμένος ότι δεν θα παραδιδόταν. Και όταν ήρθε η στιγμή το τήρησε. Από εκεί και πέρα ο καθένας μπορεί να λέει ότι θέλει.
Ερ. Εσύ πως βρέθηκες στην Αγγλία;
Π.Φ. Όπως βρέθηκαν χιλιάδες κύπριοι. Εγώ έφυγα από την Κύπρο γύρω στο τέλος του 1957 με δικά μου χρήματα. Κανένας δεν με βοήθησε.
Ερ. Δεν έφυγες δηλαδή αμέσως μετά το θάνατο του Αυξεντίου.
Π.Φ. Όχι. Δεν έφυγα. Ο Αυγουστής και άλλοι ας λένε ότι θέλουν. Επαναλαμβάνω ότι οι ένοχοι είναι ο Απόστρατος και ο Πιπίνος. Ο Αυγουστής δεν μπορεί να το αρνηθεί αυτό διότι γνωρίζει από πρώτο χέρι. Όπως είπα ήταν συναγωνιστές του και τους γνωρίζει πολύ καλά.
Πάντως σου λέω ότι από τον Γρ. Αυξεντίου δεν έχω κανένα παράπονο. Καμιά φορά δεν είχα πρόβλημα μαζί του.
Εγώ όταν έφυγα από τον Μαχαιρά ποτέ δεν ξαναγύρισα.
Ερ. Δηλαδή στις 2 του Μάρτη, πριν την μάχη, εσύ δεν ήσουν εκεί;
Π.Φ. Όχι, δεν ήμουν. Από την ημέρα που με πήραν με τον Μακάριο (το μοναχό) στον Λυθροδόντα ποτέ μου δεν ξαναγύρισα.
Ερ. Ο συναγωνιστής του Αυξεντίου, ο Ανδρέας Στυλιανού λέει ότι ο Απόστρατος και ο Πιπίνος είπαν στους Άγγλους ότι εσύ ήξερες πού είναι το κρησφύγετο. Γι αυτό σε πιάσανε και σε πήρανε εκεί.
Π.Φ. Όχι, αυτό είναι ψέμα. Όπως σου είπα ποτέ δεν πήγα στο κρησφύγετο ούτε ήξερα πού ήταν. Όσοι λένε ότι γνώριζα λένε ψέματα. Όπως είπα οι μόνοι που γνώριζαν ήταν ο Ειρηναίος, ο Μακάριος και κάποιος άλλος καλόγηρος, νομίζω τον έλεγαν Αντρίκκο.
Ερ. Ο Αυγουστής όμως λέει ότι έχει έγγραφο του βρετανικού στρατού που λέει ότι την ημέρα της προδοσίας εσύ ήσουνα στο μοναστήρι και ότι εσύ πρόδωσες.
Π.Φ. (Γέλια) Έλα τώρα Μιχάλη! Εσύ πιστεύεις ότι ο αγγλικός στρατός θα έδινε τέτοιο έγγραφο σε έναν αγωνιστή της ΕΟΚΑ; Τα πράγματα είναι όπως σου τα είπα.
* * *
Αυτά λοιπόν από τον Πέτρο Φιλίππου.
Ο γράφων δεν ισχυρίζεται ότι όσα λέει ο Π. Φιλίππου είναι η αλήθεια. Ή η απόλυτη αλήθεια. Έχει όμως την αίσθηση ότι σε όσα λέχθηκαν υπάρχει δόση αλήθειας.
Αυτό ενισχύεται από άλλες μαρτυρίες και αφηγήσεις από τους πρωταγωνιστές και τους εμπλεκόμενους στην όλη ιστορία.
Προσωπικά με παραξενεύει η επιμονή κάποιων να τα ρίχνουν όλα στον Π. Φιλίππου τη στιγμή που η όλη αφήγηση των γεγονότων παρουσιάζει κενά και αντιφάσεις.
Γι αυτά όμως, άλλη φορά…
1 σχόλιο:
Οι Κύπριοι Σταυραετόν, στου Μασιαιρά τα όρη,
έτσι σε ονομάζασιν,
τζι’ οι Άγγλοι ετρομάζασιν,
στο όνομα Γληόρη.
Μπροστά σου υποκλίνουμαι, μεγάλε μας αντάρτη,
τζιαι δεν ξεχνούν οι Κύπριοι, ποτέ τες τρεις του Μάρτη.
Θυμούνται που πολέμησες, στα Κύπρια εδάφη,
τη μέρα όπου έδωσες, την τελευταία μάχη.
Τζι’ έσιει που τότες στην καρκιάν, του κάθ’ ενός Κυπρίου,
εγράφτην μέσα της βαθκιά, Γληόρης Αυξεντίου.
Δημοσίευση σχολίου