Τρίτη

21 Απριλίου 1967: Εθνική Οικονομία

Η δραχμή από ταπεινός καί ανεπιθύμητος συγγενής των ξένων χρηματιστηρίων κατέστη, κατ' επίσημον γενικήν αναγνώρισιν, έν εκ τών σκληροτέρων νομισμάτων τού διεθνούς νομισματικού συστήματος.
Εις τό διεθνούς προβολής Οικονομικόν Δελτίον <> (τεύχος Αυγούστου 1968) της First National City Bank, η δραχμή αναφέρεται ως τό σταθερώτερον ευρωπαϊκόν νόμισμα καί μεταξύ τών εννέα σταθερωτέρων τού κόσμου.
Ο τιμάριθμος
Η υγιής οικονομία της χώρας περιώρισε τήν αύξησιν τού τιμαρίθμου εις 1,7% διά τό 1967, έναντι αυξήσεως 5% του 1966 καί 3% του 1965. Απόλυτος σταθερότης τών τιμών επετεύχθη κατά τό 1968, εντός τού οποίου τό μέσον επίπεδον τού τιμαρίθμου ενεφάνισεν αμελητέαν αύξησιν κατά 0,3% μόνον.
Η κεφαλαιαγορά
Η αξία τών χρηματιστηριακών συναλλαγών ανήλθε κατά τό 1969 εις τό επίπεδον τών 1.885 εκατ., σημειωθείς ούτω αυξήσεως κατά 85% έναντι του 1967 καί 151% έναντι του 1966. Περισσότερον εντυπωσιακή υπήρξεν η άνοδος εις τας επί μετοχών συναλλαγάς, ανελθούσας εις 720 εκατ. δρχ. σημειωθείσης αυξήσεως κατά 142% έναντι του 1967 και 208% του 1966. Η μέση ετήσια άνοδος του δείκτου ανήλθε κατά το 1968, εις 49% έναντι του 1967 καί εις 58% έναντι του 1966.
Η χρηματοδότησις τής οικονομίας
Διά τών ληφθέντων πιστωτικών μέτρων, απεδεσμεύθη το πιστωτικόν σύστηπα εκ τών αναχρονιστικών μεθόδων καί εισήχθησαν σύγχρονοι μέθοδοι χρηματοδοτήσεως, ιδιαιτέρως εισ τάς παραγωγικάς δραστηριότητας εις τούς τομείς τών οικοδομών, του εμπορίου, της γεωργίας, των επαγγελματιών του τουρισμού, των ναυπηγήσεων, των γεωργικών βιομηχανιών, της βιοτεχνίας και τών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Συμφώνως πρός τα στοιχεία τής Τραπέζης τής Ελλάδος, το συνολικόν ύψος τής χρηματοδοτήσεως τής οικονομίας τής χώρας ανήλθε κατά τήν 31ην Δεκεμβριου 1968 εις 96.574 εκατ. δρχ. η συνολική χρηματοδότησις του ιδιωτικού τομέως ανήλθε κατά το αυτό έτοσ εις 80.740 εκατ. δρχ. Ευρυτάτη υπήρξεν η συμμετοχή εις τήν χρηματοδότησιν τής οικονομίας τών καθαρώς επενδυτικών τραπεζών κατά το 1968. Η Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως εχορήγησεν εις βιομιχανίας δάνεια ύψους 528 εκατ. δρχ., ενώ η Τράπεζα Επενδύσεων προέβη εις επενδύσεις εις  τήν βιομηχανίαν συνολικού ύψους 196 εκατ. δρχ.
Το δημόσιον χρέος
Hellenic General Government Gross Public Debt, as a percent of nominal GDP:
1970 1975 1980 1985 1990 1995 2000*
17.4 18.3 22.6 47.2 89.0 108.7 103.0
(*) Estimate and projection.
Source: Analytical Databank, OECD

Το οικονομικό θαύμα της 21ης Απριλίου




Και νέα έκθεση της ΕΟΚ ομολογεί το οικονομικό θαύμα που συνετελέσθη επί διακυβερνήσεως της χώρας από την στρατιωτική κυβέρνηση της 21ης Απριλίου! Πρόκειται για την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της ΕΟΚ που αναφέρεται στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και προτείνει τρόπους ενισχύσεώς της. Στην έκθεση αυτή διαβάζουμε:
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός του ΑΕΠ της Ελλάδος την περίοδο 69-73 ήταν 7.8% έναντι αντιστοίχου ρυθμού της κοινότητας 4.6%. Την περίοδο μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση (73-80) η αύξηση ήταν 3.5% έναντι 2.3% της Κοινότητας. Από το 1980 όμως και μετά και για την περίοδο 80-86 ο ρυθμός γίνεται μικρότερος του αντίστοιχου της Κοινότητας 0.7% έναντι 1.4%. Οι ρυθμοί για το 1986 και 1987 είναι 1.3% και 0.7% αντίστοιχα, ενώ οι εκτιμήσεις για την Κοινότητα είναι πιο ενθαρρυντικές 2.5% και 2.2%
Είναι φανερό ότι τα χρόνια 79 και 80 είναι το σημειό καμπής της προηγούμενης τάσεως. Η κρίση επηρέασε λιγότερο τον τομέα ρυθμού αυξήσεως της βιομηχανίας από 6.1% την περίοδο 72-79 γίνεται αρνητικός (0.7%) την περίοδο 80-85. Η συμμετοχή του προϊόντος της μεταποιήσεως στο ΑΕΠ από 21.3% το 80 πέφτει στο 18.7% το 1985 (στα επίπεδα του 1972).
Η κατανάλωση
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αυξήσεως της εσωτερικής ζητήσεως για προϊόντα μεταποιήσεως την περίοδο 72-79 σε πραγματικούς όρους ήταν 6.2% έναντι 3.6% της Κοινότητας των 4. Η εικόνα όμως άλλαξε τελείως την επόμενη περίοδο 79-85 με πτώση του μέσου ρυθμού στο -0.6% έναντι ρυθμού 0.1% για τους 4 της Κοινότητας. Η ανάκαμψη που άρχισε το 1983 δεν ήταν ακόμη επαρκής ώστε να επιτευχθεί το επίπεδο του 1979. Στις εξωτερικές αγορές τα μερίδια της χώρας παρέμειναν σχετικά σταθερά μεταξύ των ετών 74 και 1985. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το κόστος στο εσωτερικό δημιούργησαν αναμφίβολα προβλήματα στις εξαγωγές. Στην περίοδο 70-79 παρατηρήθηκε μια ανάπτυξη των κλάδων των υφαντικών, χημικών και μη μεταλλικών ορυκτών παρόμοια με εκείνη που χαρακτήρισε τις πρόσφατες βιομηχανοποιημένες χώρες (MICS). Μετά την κρίση του 1979-80 οι κλάδοι των τροφίμων και των χημικών δεν επηρεάστηκαν αισθητά, ενώ δυσμενής ήταν η εξέλιξη του κλάδου των υφαντικών.
Η σχέση μεταξύ παραγωγικότητας και απασχολήσεως
Την περίοδο 72-79 η παραγωγικότητα της εργασίας για το σύνολο της οικονομίας αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό (2.8%) λίγο μεγαλύτερο από εκείνο της Κοινότητας (2.5%). Η τάση αυτή συνεχίστηκε και μεταξύ των ετών 79-85 1.3% έναντι 1.4% της Κοινότητος. Η αύξηση της παραγωγικότητος για το 1986 εκτιμάται μικρότερη από εκείνη της Κοινότητος (1.0% έναντι 1.9%) ενώ το 1987 προβλέπεται μείωςση κατά 0.8% έναντι θετικού ρυθμού της Κοινότητος 1.5%
Επενδύσεις
Από το 1974 και μετά οι επενδύσεις στην μεταποίηση μειώνονται. Παρατηρείται μικρή ανάκαμψη το 1979-80 και το ποσοστό στο σύνολο των επενδύσεων το 1984-85 ανέρχεται στο 14.5% δηλαδή στα επίπεδα του 1970. Επιπλέον οι επενδύσεις υλοποιούνται σε παραδοσιακές βιομηχανίες όπως τροφίμων, υφαντικών, ενδύσεως, τσιμέντου κλπ. Το ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων σε παραδοσιακούς κλάδους μειώνονταν μέχρι το 1970 και κατόπιν είχε ανοδική πορεία. Αντίθετα η συμμετοχή των επενδύσεων σε κεφαλαιουχικά αγαθά σημείωσε αντίστροφη πορεία. Οι δημόσιες επενδύσεις στη μεταποίηση ενώ στην περίοδο του 70-75 ήταν το 2% του συνόλου των επενδύσεων του κλάδου, το ποσοστό ανέρχεται στο 5% την δεκαετία του 75-85.
Οι άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό εμφανίζονται την δεκαετία του 1960 (Ν. 2687/53) και ανέρχονται στο 61% του συνόλου των επενδύσεων την μεταποίηση και υλοποιούνται σε μονάδες παραγωγής κεφαλαιουχικών αγαθών. Στο τέλος της δεκαετίας του 70 το ποσοστό μειώνεται στο 4% και στρέφεται στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών. Η μείωση αυτή αντανακλά κυρίως διεθνείς τάσεις καθώς και την επίδραση της βαθμιαίας απώλειας του πλεονεκτήματος του κόστους εργασίας.
 
 
 Δημόσια Έργα
 
Τά δημόσια έργα αποτελούν ασφαλώς τήν υποδομήν της ελληνικής οικονομίας. Διά τούτο και το πενταετές πρόγραμμα οικονομικής αναπτύξεως (1968-1972), το οποίον ευρίσκεται ήδη είς πλήρη ανάπτυξιν, προβλέπει τήν πραγματοποίησιν επενδύσεων ύψους 47.000 εκατομμυρίων δρχ., εκ των οποίων τά 23.000 εκατομμύρια αφορούν τάς δημόσιας επενδύσεις διά τήν εκτέλεσιν έργων οδοποιΐας καί τήν βελτίωσιν τών σιδηροδρομικών, ατμοπλοϊκών συγκοινωνιών. Διά της εκτελέσεως τών έργων τούτων θά οργανωθούν καλύτερον αι εμπορευματικαί μεταφοραί, η δέ διακίνησις των προϊόντων θά διενεργήται μέ το χαμηλότερον δυνατόν κόστος.
Σήμερον, είς τήν Ελλάδα υπάρχει πλήρες οδικόν δίκτυον, επιδιώκεται δέ η συμπλήρωσις του διά σειράς σημαντικών έργων οδοποιΐας. Συγκεκριμένως, μεταξύ άλλων, η υπό κατασκευήν οδοποιΐα αναφέρεται εις τήν συμπλήρωσιν της αστικής συνδέσεως των σημαντικωτέρων κέντρων της ηπειρωτικής Ελλάδος μετά της προτευούσης καί αυτών των ιδίων μεταξύ των - ιδίως των κέντρων βιομηχανικής καί τουριστικής αναπτύξεως - εις τήν οδικήν σύνδεσιν τής δυτικής μετά της ανατολικής Ελλάδος καί, τέλος, εις τήν επιτάχυνσιν τού ρυθμού κατασκευής καί συνδέσεως τού δευτερεύοντος εθνικού καί επαρχιακού δικτύου τής χώρας.
Δέον νά σημειωθή ότι ήρχισαν ήδη αι εργασίαι διά τήν εκτέλεσιν τού μεγαλυτέρου οδικού έργου, τό οποίον εγένετο ποτέ είς τήν Ελλάδα. Πρόκειται περί μιάς νέας συγχρόνου Εγνατίας οδού, η οποία θά συνδέση τήν Ηγουμενίτσαν, θύραν τής Ελλάδος πρός τήν Δυτικήν Ευρώπην, μέ τήν Αλεξανδρούπολιν, θύραν πρός τήν Ανατολικήν Ευρώπην.
Έξ άλλου, σημαντικά αναπτυξιακά έργα αποτελούν η εντός τού 1970 αποπερατουμένη εθνική οδός Κοίνθου - Πατρών ώς συνέχεια τής εθνικής αρτηρίας Αθηνών - Κορίνθου, Κατερίνης - Θεσσαλονίκης, Χανίων - Ηρακλείου, Θερμοπυλών - Ιτέας - Ναυπάκτου - Αντιππίου, Διδυμοτείχου - Ορεστιάδος, Θεσσαλονίκης - Σερρών - Σιδηροκάστρου, Ξάνθης - Παρανεστίου - Δράμας, Θεσσαλονίκης - Κιλκίς - Πετριτσίου, Κυκλώματος - Χαλκιδικής, Θεσσαλονίκης - Ευζώνων, Ηγουμενίτσης - Πρεβέζης, Ιωαννίνων - Τρικάλων, Κυπαρισσίας - Πύργου, Κυβερίου - Άστρους - Λεωνιδίου, Σπάρτης - Γυθείου - Αρεοπόλεως - Δυρού κ.ά.
Τέλος, εκτός τού εθνικού δικτύου, δημιουργείται ήδη σύγχρονος περιφερειακή οδοποιΐα. Κατά τό 1968, ωλοκληρώθη πρόγραμμα κατασκευής νέων οδών εθνικής κλίμακος μήκους 1.000 χιλιομέτρων καί εγένοντο συντηρήσεις καί βελτιώσεις επί μήκους οδών 8.000 χιλιομέτρων. Απεδόθησαν είς τήν κυκλοφορίαν επαρχιακοί οδοί μήκους 1.200 χιλιομέτρων καί επρογραμματίσθησαν συντηρήσεις καί βελτιώσεις επί ετέρων 26.000 χιλιομέτρων. Απεπερατώθησαν 340 νέοι οδοί.
Πολυάριθμα υπήρξαν τά έργα διά τήν βελτίωσιν καί τόν εκσυγχρονισμόν τών πολυαρίθμων - λόγω τής γεωγραφικής της δομής - λιμένων τής χώρας, ώς τής Ηγουμενίτσης, Πατρών, Βόλου, Μυτιλήνης, Καβάλας, Αλεξανδρουπόλεως, Ηρακλείου, Πρεβέζης, Μεσολογγίου, Κατακώλου, Ραφήνας, Χαλκίδος, Κυλλήνης, Σητείας, Αγίου Νικολάου, Κώ, Κιάτου, Καλύμνου, Ν. Μουδανιών, Αγίου Κηρύκου, Ικαρίας, Μυρίνης, Λήμνου, Καλαμάτας, Σπετσών, Νάξου, Θεσσαλονίκης, τού διαύλου Σκαραμαγκά κ.α.
Διά τήν αναπτυξιν τών αεροπορικών συγκοινωνιών πρός τόν σκοπόν εξυπηρετήσεως εμπορευματικών μεταφορών καί επεκτάσεως τών επιβατικών μεταφορών, εξετελέσθησαν διάφορα σημαντικά έργα εις τά αεροδρόμια τής χώρας. Ενδεικτικώς αναφέρονται τά αεροδρόμια Λήμνου καί Ηρακλείου, τά οποία αποκτούν διαδρόμους μήκους 3.000 μ. καί πλάτους 45, ώστε νά δέχωνται μεγάλα αεροσκάφη καί νά συνδέωνται απ' ευθείας μέ τάς ευρωπαϊκάς χώρας. Τούτο συμβαίνει καί μέ τά αεροδρόμια Θεσσαλονίκης, Ρόδου, Κερκύρας. Παραλλήλως, δημιουργούνται νέα αεροδρόμια εις διαφόρους περιοχάς τής Ελλάδος, ώς καί ελικοδρόμια εις τάς νήσους, αί οποίαι ήρχισαν ήδη συνδεόμεναι μέ τήν πρωτεύουσαν δι' ελικοπτέρων. 
Τό σημαντικώτερον έργον τής Πολιτικής Αεροπορίας είναι η ανέγερσις νέου καταλλήλου κτιρίου εις τόν αερολιμένα Αθηνών, εις τό οποίον εγκατεστάθη η Υπερεσία Ελέγχου εναερίου κυκλοφορίας, εφωδιασμένη μέ όλας τάς συγχρόνους μηχανικάς καί τηλεπικοινωνιακάς εγκαταστάσεις, τάς οποίας διαθέτουν τά μεγάλα πολιτικά αεροδρόμια τής Ευρώπης καί τής Αμερικής. Εν τώ μεταξύ, από 1ης Ιουνίου 1969 ήρχισε λειτουργούν τό κτίριον τού νέου συγχρόνου εις ανέσεις καί προτύπου εις αρχιτεκτονικήν μορφήν αεροσταθμού επιβατών εξωτερικού. Ο αεροσταθμός ούτος θά εξυπηρετήση σημαντικώς τήν κίνισιν τών επιβατών εξωτερικού, οί οποίοι υπερβαίνουν τά 2.000.000 κατ' έτος.

Εθνική Άμυναμυνα  
Άρμα μάχης AMX-30 (Ε.Σ.)
Πυραυλάκατος Combattante καί υποβρύχιο U.209 (Π.Ν.)
Μαχητικά αεροσκάφη A-7H Corsair II, Mirage F-1 CG καί F-4E Phantom II (Π.Α.)

Οι αριθμοί δια τους εξοπλισμούς αποκαλύπτουν τα ψεύδη του πολιτικού κατεστημένου.
Μέχρι το 1967 ο ελληνικός προϋπολογισμός δεν είχε δαπανήσει ούτε μιαν δραχμήν δια την αγοράν πολεμικού υλικού. Το είδος και το ύφος των εξοπλισμών μας ερυθμίζετο από ξένα κράτη. Ελληνικήν εθνικήν πολιτικήν εξοπλισμών εφήρμοσε η Ελλάς μετά την 21ην Απριλίου 1967. Έτσι, αφού κατηρτίσθησαν τα προγράμματα εξοπλισμών, αγοράσθησαν ταχύτατα 4 υποβρύχια από την Γερμανίαν, εξοπλισμένα με τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους, 4 πυραυλάκατοι εκ Γαλλίας (είναι αυταί εις τας οποίας ο Αβέρωφ άλλαξε τα ονόματα!!), 40 υπερσύγχρονα αεροπλάνα Φάντομς και μέγα αριθμόν τορπιλλακάτων και συγχρόνων αρμάτων μάχης τύπου AMX-30 από την Γαλλία.
    Το εξοπλιστικόν πρόγραμμα ολοκληρώθη το τέλος του 1973 και αρχάς του 1974. Ηκολούθησαν πολλαί  νέαι παραγγελίαι. Έτσι ηγοράσθησαν από την Γαλλίαν 40 υπερσύγχρονα αεροσκάφη Μιράζ F-IC, 60 βομβαρδιστικά CORSAIR-A7 αμερικανικής κατασκευής, 18 μεταφορικά αεροπλάνα C-130 αμερικανικής κατασκευής, 4 πυραυλάκατοι γαλλικής κατασκευής, 100 γαλλικά άρματα μάχης τύπου AMX-30, μέγας αριθμός ελικοπτέρων απο ΗΠΑ και Ιταλίαν, σημαντικός αριθμός τορπιλλακάτων, ως και μεγάλαι ποσότητες αντιαρματικού και ανθυποβρυχιακού υλικού.
    Η συνολική αξία των αγορών υπερέβη τα 3000 εκατομμύρια δολάρια και μιλάμε δια χρήματα της εποχής εκείνης. Σημειούται οτι το μέγιστον μέρος των δαπανών της πρώτης φάσεως είχε εξοφληθεί προ της 24/7/1974. Επίσης, προ της ημερομηνίας αυτής είχε πληρωθεί η προκαταβολή (20-25%) της δευτέρας φάσεως εξοπλισμών και είχαν συναφθεί τα απαραίτητα μακροπρόθεσμα δάνεια (ενδεικτικόν της λίαν υψηλής δανειοληπτικής ικανότητος της χώρας) από το εξωτερικόν.
Η πρώτη μοίρα Φάντομ και άπαντες οι λοιποί εξοπλισμοί της πρώτης φάσεως είχαν παραληφθεί και ενταχθεί εις το σύστημα αμύνης της χώρας προ του Ιουλίου 1974. Είναι μια απάντησις εις τα γελοία ψεύδη οτι η Ελλάς δεν ήτο εξοπλισμένη (η Τουρκία δεν διέθετε αεροπλάνα Φάντομς) και οτι εις τα κιβώτια οπλισμού ευρίσκοντο πέτρες αντί όπλων!!!

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έχω μία εύλογη απορία.
Πού είναι όλοι αυτοί οι ευαίσθητοι ψευτοδημοκράταροι να αντικρούσουν αυτά που αναρτάς και να αποδείξουν ότι είναι ψεύδη;;; να μας πούνε ότι είναι ψέματα όλα αυτά που γράφεις και ζούμε τώρα σε δημοκρατικό παράδεισο και δεν το ξέρουμε και να το αποδείξουν. Πολύ φοβάμαι ότι το πολύ - πολύ να ουρλιάξει κανένας για "γύψους" και τα γνωστά. Επί της ουσίας όμως;;;
...είναι πολύ ξεφτίλες οι σημερινοί ζήτουλες της ψήφου και σαν τέτοιοι θα περάσουν στην ιστορία.
Άντε ρεεε ακόμα; κανένας; είναι ένας χουντικός εδώ και σας λέει με λίγα λόγια ότι είστε μηδενικά ότι είστε ψεύτες και ότι πρέπει να σας πάρουμε με τις πέτρες (τουλάχιστον).

Ανώνυμος είπε...

ΕΝ ΕΤΗ 2012 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΩΝΟΥΝ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΣ ΣΩΖΕΙ.!!!!!!!!!!!!!!(ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΛΥΣΩ ΤΗΝ ΑΠΟΡΙΑ.!