Αντιμετωπίζουμε μια κρίση, κανείς δεν έχει αντιρρήσεις σε αυτό, αλλά δεν πρόκειται για κρίση της Ελλάδας. Θα ήταν αδιανόητο η αφερεγγυότητα μιας τόσο μικρής χώρας να αποτελεί το μοναδικό πρόβλημα ολόκληρου του κόσμου και να προκαλεί τόσο μεγάλη ζημιά στην παγκόσμια οικονομία.
Ό,τι μάθαμε να αποκαλούμε ελληνική κρίση αποτελεί καταρχήν μια διεθνή τραπεζική κρίση. Όπως και οι Lehman Brothers, έτσι και η Ελλάδα δεν είναι πολύ μεγάλη για να αφεθεί σε χρεοκοπία. Το πρόβλημα δηλαδή δεν παράγεται από το μέγεθος, παράγεται από τη διασύνδεση. Η Ελλάδα είναι πολύ διασυνδεδεμένη με το διεθνές τραπεζικό σύστημα αλλά και πολύ διασυνδεδεμένη με τις πολιτικές φιλοδοξίες όσων δεκαετίες τώρα επιχειρούν να αντικαταστήσουν το σύστημα των εθνικών κρατών με μια ενωμένη Ευρώπη.
Ας αρχίσουμε με τις ελληνικές τράπεζες που κατέχουν ελληνικά κρατικά ομόλογα ύψους 70 δις ευρώ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του περιοδικού Economist, αν οι ελληνικές τράπεζες υποχρεούνταν να αναγνωρίσουν ότι οι αγορές αποτιμούν τα ελληνικά ομόλογα στο ήμισυ της αξίας με τα οποία οι ίδιες τα έχουν εγγεγραμμένα στα βιβλία τους, οι μέτοχοί τους θα έχαναν τα λεφτά τους και οι ίδιες οι τράπεζες θα πάλευαν να βρουν τρόπους να συγκεντρώσουν νέα κεφάλαια.
Παρομοίως θα αγωνιούσαν και θα πάλευαν να αποσύρουν τα χρήματά τους από τις ελληνικές τράπεζες και οι καταθέτες, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα έπρεπε να παραβιάσει όλους τους κανόνες της προκειμένου να βρει τρόπο να συνεχίζει να δέχεται ως εγγυήσεις αυτά τα ομόλογα προκειμένου να παρέχει τη ρευστότητα που χρειάζεται το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Αλλά και για τα άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα η ζωή θα γινόταν πολύ πιο δύσκολη. Μεγάλο θα ήταν καταρχήν το πλήγμα για τις γερμανικές τράπεζες που έχουν μεγάλες κεφαλαιακές τρύπες και που θα γονάτιζαν σε περίπτωση που υποχρεώνονταν να αναγνωρίσουν ότι οι λογιστικές απεικονίσεις των βιβλίων τους – που περιέχουν ελληνικά και άλλα κρατικά ομόλογα και τράπεζες και εταιρείες καταγεγραμμένες σε αξίες που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική – συνιστούν έργο επιστημονικής φαντασίας.
Κι αυτή δεν είναι η κατάσταση μόνο των γερμανικών τραπεζών. Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν εκφράσει ήδη έντονες ανησυχίες σχετικά με την έκθεση στα προβληματικά ομόλογα 3 γαλλικών και 29 ιταλικών τραπεζών ενώ ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας έχει αποκαλέσει τα προβλήματα των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης ως τον ‘πιο σοβαρό και άμεσο κίνδυνο’ για το χρηματοπιστωτικό τομέα της Βρετανίας. Και είναι επίσης σαφές ότι δεν έχουμε καμιά καθαρή εικόνα για το ποια είναι η έκθεση των αμερικανικών κεφαλαίων διαχείρισης διαθεσίμων στην αφερεγγυότητα της Ελλάδας ή των ασφαλιστικών εταιρειών – θυμάται κανείς τι έγινε στην AIG;
Γι’ αυτό είχαμε τις τελευταίες εβδομάδες και την απόσυρση 51 δις δολαρίων από αυτά τα κεφάλαια από νευρικούς επενδυτές, σε όλα αυτά οφείλεται η απροθυμία των αμερικανικών τραπεζών να δανείσουν τις ευρωπαϊκές ομολόγους τους, γι’ αυτό και η αμερικανική FED θέτει ερωτήματα στις αμερικανικές τράπεζες για την έκθεσή τους στις ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των συμβολαίων ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης (CDS).
Το ελληνικό πρόβλημα όμως έχει αποκαλύψει κι άλλη μια κρίση – μια κρίση διακυβέρνησης. Ο πύργος της Βαβέλ που αποτελεί τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης καταρρέει. Οι αγορές περνούσαν από την αρχική σύγχυση στην ανοικτή δυσπιστία κι από εκεί σταδιακά στον πανικό καθώς ο Χέρμαν Βαν Ρομπέι έλεγε κάτι, ο Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο κάτι άλλο, ο Τρισέ κάτι άλλο και η Αγγέλα Μέρκελ ξανά κάτι διαφορετικό. Η αποτυχία των ηγετών της Ευρωζώνης να εκφραστούν με ομοφωνία έχει όχι απλά βλάψει – έχει κυριολεκτικά καταστρέψει κάθε εμπιστοσύνη που είχαν κάποτε οι αγορές στην ικανότητες του συστήματος διακυβέρνησης της Ευρωζώνης.
Και η τρίτη και σχετική με όλα αυτά κρίση είναι η κρίση της γερμανικής ταυτότητας. Η σημερινή γενιά Γερμανών ψηφοφόρων δεν είναι πια σίγουρη ότι θα πρέπει να πληρώνει οποιοδήποτε κόστος για την ένταξη του κράτους της στην ευρύτερη Ευρώπη από φόβο μήπως η οικονομική ισχύς της Γερμανίας τροφοδοτήσει παλαιούς φόβους για αναγέννηση του ‘γερμανικού προβλήματος’. Οι σημερινοί Γερμανοί θυμούνται πιο έντονα το κόστος που επί 10 χρόνια υποχρεώθηκαν να πληρώσουν προκειμένου να στηρίξουν την προσέγγιση της ανατολικής Γερμανίας στα πρότυπα της Δύσης και δεν είναι σίγουροι ότι θέλουν να καταβάλλουν αντίστοιχο κόστος για να φέρουν τον ευρωπαϊκό Νότο κοντά στα γερμανικά πρότυπα οικονομικής αποδοτικότητας, ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Η Γερμανία θέλει να γίνει ξανά μια ‘φυσιολογική’ χώρα, μια χώρα δηλαδή που δεν συναινεί αδιαμαρτύρητα στη διαρκή μεταβίβαση μέρος των εσόδων και του πλούτου της προς το Νότο. Να όμως που δυστυχώς αυτή είναι η μοναδική εναλλακτική λύση στο χρεοστάσιο – αν πράγματι αποκλείσουμε την υποτίμηση, η οποία δεν είναι δυνατή στο πλαίσιο της Ευρωζώνης.
Αν δεχτούμε ότι οι πολιτικοί είναι ειλικρινείς αποκλείοντας κατηγορηματικά κάθε περίπτωση άμεσης χρεοκοπίας της Ελλάδας, θα πρέπει
• Να υποχρεώσουν τις τράπεζες να αναγνωρίσουν πως ό,τι μετρούν ως αξία των στοιχείων ενεργητικού τους δεν είναι πράγματι και έτσι. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρέπει να αναγνωρίσουν τις ζημιές και να συγκεντρώσουν νέα κεφάλαια, ακόμα κι αν αυτό επιβραδύνει βραχυπρόθεσμα το δανεισμό και την ανάπτυξη.
• Να αναγνωρίσουν την ανάγκη να μιλούν στις αγορές με ενιαίο λόγο.
• Να αποδεχτούν ότι η διαρκής εξάρτηση από τη γενναιοδωρία της Γερμανίας δεν αποτελεί βιώσιμη πολιτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου