Αγαπητέ μου κ. Παπαγεωργόπουλε
Σας
εύχομαι ειλικρινώς υγεία, υπομονή και αντοχή στον αγώνα σας τουλάχιστον
μέχρι την δευτεροβάθμια δίκη γιατί πιστεύω ότι οι δικασταί εκείνοι δεν
θα είναι δέσμιοι της υστερόβουλης διάθεσης να ικανοποιήσουν την κοινή
τάχα γνώμη χάριν της οποίας κυρίως εκδίδονται τέτοιες αποφάσεις.
Εγώ
προσωπικά ως νομικός, απ’ ότι άκουσα, απ’ ότι διάβασα και απ’ ότι
πληροφορήθηκα δεν έχω πεισθεί για την ενοχή σας διότι δεν είδα κανένα
αδιάσειστο αποδεικτικό της ενοχής σας στοιχείο. Στην νομική πρακτική
επικρατεί η λογική αντίληψη του «ένοχος ένοχον ου ποιεί», διότι ο ένοχος
ανωμοτί εξεταζόμενος δεν ελέγχεται για όσα ισχυρίζεται προκειμένου να
καταστήσει ελαφρότερη την δεινή του θέση.
Μετά μεγάλης
μου λύπης διαπιστώνω, όχι μόνον στην ιδική σας περίπτωση αλλά και σε
πολλές άλλες που εμπλέκονται με πολιτικό περιεχόμενο πως η διαμόρφωση
της κοινής γνώμης από τα Μ.Μ.Ε. καθοδηγεί τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης
με αποτέλεσμα να ακολουθείται μία νομική διαδικασία που αφίσταται και
πόρρω απέχει από την δίκαιη διαδικασία με αποτέλεσμα να εκδίδονται
δικαστικές αποφάσεις στηριζόμενες σε συμπερασματικές απόψεις χωρίς
αποδεικτικά στοιχεία βάσιμα και ατράνταχτα, απλώς για να ικανοποιηθεί η
κοινή γνώμη.
Αν
η κρατούσα σήμερα πολιτική ηγεσία είναι αποφασισμένη να καταδικάσει
κάποιον με την ανωτάτη ποινή δεν υπάρχει λόγος να γίνει δίκη.
Ο κόσμος
έλεγε ο δικαστής Jacson που διηύθυνε την δίκη της Νυρεμβέργης, δεν
σέβεται τα δικαστήρια που συγκροτούνται μόνο για να καταδικάσουν.
Οι
εφημερίδες της χώρας και εν πολλοίς του εξωτερικού είναι γεμάτες από
φωτογραφίες και ζωντανές τάχα αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων χωρίς να
εξετάζεται η αξιοπιστία τούτων και των μαρτυρικών τους καταθέσεων.
Δικαστήρια
λοιπόν που συγκροτούνται με προαποφασισμένη ετυμηγορία θεωρούνται
αναμφίβολα ως ψευδοδικαστήρια και οδηγούν το νόμο σε ανυποληψία.
Και βεβαίως
κατά το νόμο ο δικαστής δεν ελέγχεται για την κρίση του. Όταν όμως η
κρίση αυτή παρίσταται ως καταφανής και προδήλως αυθαίρετος δεν θα πρέπει
να ελέγχεται μόνο από κάποιο δευτεροβάθμιο όργανο χωρίς συνέπειες.
Το 1983
ήμουν Επιθεωρητής Κοινωνικών υπηρεσιών στο Υπ. Βορ. Ελλάδος. Μου ανετέθη
να διενεργήσω κάποια ανάκριση εναντίον ενός καθηγητού @……… που ήθελαν
να απομακρυνθεί από το ΑΧΕΠΑ φια να αναθέσουν την κλινική σε κάποιον @……
Με κάλεσε λοιπόν ο Γεν. Γραμματεύς @…….. και μου είπε: «το πόρισμά σας
πρέπει να είναι καταλογιστικό».
Του απάντησα
: Λυπούμαι να σας πω ότι εγώ δεν βγάζω πορίσματα κατ’ εντολήν αλλά
βάσει των στοιχείων που προκύπτουν από την ανάκριση.
Κοντολογίς
το πόρισμα δεν ήταν καταλογιστικό, αλλά τον κ. @……. τον παρέπεμπαν στα
ποινικά δικαστήρια. Νόμιζε ότι τον είχα καταλογίσει και ήρθε στο σπίτι
μου να παραπονεθεί παρά τη διαβεβαίωσή μου, του έδωσα αντίγραφο του
πορίσματος.
Με
εκάλεσε όμως ο Εισαγγελεύς Εφετών και μου είπε: Εσάς σας έστειλαν να
γράψετε ύμνους για τον @…….; Του απάντησα και εγώ: Θα σας ρωτήσω σε
ποιόν νομίζετε ότι απευθύνεσθε τόσο επιτιμητικά και με ποια ιδιότητα
έχετε απέναντί σας κανέναν εγκληματία; Το πόρισμά μου είναι διοικητική
ενέργεια υπεύθυνη και δε σας το έχω κοινοποιήσει. Αν δε συμφωνεί ο
Υπουργός μπορεί να διατάξει άλλη αναθεωρητική ανάκριση σεις τι θέλετε;
Απεχώρησα,
πικραμένος βέβαια και αποφασισμένος να υποβάλω αναφορά στον Εισαγγελέα
του Αρείου Πάγου. Δεν πρόλαβα να το κάμω. Πήρα απόφαση μετάθεσης για το
Καρπενήσι από τον Υπουργό @…... Έτσι άρχισε μια ταλαιπωρία 5ετής και έληξε με την παραίτησή μου το 1987.
Σας
αναφέρω παρεμπιπτόντως αυτή την περίπτωση για να διαπιστώσετε με ποιο
τρόπο γίνεται η επέμβαση της ισχυρής πολιτικής εξουσίας στο έργο τόσο
της διοικητικής όσο και της δικαστικής αρχής μετ’ άκρως θλιβερά
επακόλουθα.
Έτσι,
αυτή η ήκιστα κολακευτική δικαστική απόφαση που εξεδόθη χωρίς απτά
αποδεικτικά στοιχεία, στην οποία προσδίδεται τάχα ηθικό περιεχόμενο για
την εκτόνωση και την ικανοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος,
μετά την τεχνική ….. δυσμενούς εναντίον πολιτικών προσώπων κλίματος
αναστατώνει τη συνείδηση εκείνων που θα ήθελαν να πεισθούν για την ενοχή
των κατηγορουμένων κατά την πραγματική και ηθική αξίωση του νόμου και
της νομικής επιστήμης.
Υπάρχει
αναμφιβόλως κρίση πολιτεύματος ειδικότερα όσον αφορά στην εφαρμογή των
κανόνων λειτουργίας αυτού του πολιτεύματος της Δημοκρατίας όταν σε
Επιτροπές διερεύνησης αδικημάτων όπως αυτή της λίστας Λαγκάρντ,
συμμετέχουν πρόσωπα καταδιωκόμενα με εντάλματα εν αναστολή για βαρεία
ποινικά αδικήματα, πρόσωπα τύπου Κασιδιάρη, δεν είναι τίποτα λιγότερο
από τη συμπεριφορά των συμμάχων κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έναντι
εχθρικών χωρώ να εξαπολύονται σκληρότερες αεροπορικές επιδρομές με
αποκλειστικό σκοπό να σκοτωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι πολίτες όπως
στη Δρέσδη, το Βερολίνο και το Ναγκασάκι.
Έτσι φαίνεται πως καταδικάζονται οι ηττημένοι όχι γιατί κήρυξαν αλλά γιατί έχασαν τον πόλεμο.
Η
καρθαγένεια όμως αυτή συμπεριφορά των δικαστών στην δική σας περίπτωση
και στην οποία περισσεύει το αίσθημα προκατάληψης και εκδίκησης αντί να
ικανοποιήσει και να εκτονώσει το κοινό αίσθημα περί δικαίου θα
λειτουργήσει αντίθετα όχι μόνον ιστορικά και μακροπρόθεσμα αλλά αμέσως
μετά την έκδοση της β’θμίου δικαστικής απόφασης και θα το δείτε, έχω
αυτή τη βεβαιότητα και θέλω να μου επιτρέψετε να σας συστήσω υπομονή.
Ο Φωκίων
καταδικάσθη από τη Δημοκρατία των Αθηνών διότι τότε οι δημαγωγοί ως
άλλοι σημερινοί, δημοσιογράφοι έπρεπε να ικανοποιηθούν τόσον, ώστε οι
παρακολουθούντες κοινοί πολίτες εντρέποντο και έκλαιγαν αλλά δεν είχαν
δυνατότητα να αντιδράσουν. Είχε εκλεγεί 45 φορές στρατηγός και ήταν
ηλικίας 85 ετών. Οι ολίγοι εγκάθετοι φωνασκούσαν και δεν του επέτρεπαν
να απολογηθεί.
Μη
σας κάνει εντύπωση και μη νομίζετε ότι επλήγη έστω και ελάχιστα η
αθλητική, πολιτική, η ηθική και κοινωνική σας προσφορά και παρουσία.
Η Καρχηδόνα
κατεστράφη από τη Ρώμη. Ο Αννίβας όμως μέχρι σήμερα και αιώνια θα
θεωρείται ένας από τους μεγάλους στρατηγούς της ιστορίας.
Η Πρωτόδικη
δική σας καταδίκη – για ηθική αυτουργία άκουσον, άκουσον – όπως είπαμε
χωρίς βάσιμα στοιχεία ενοχής είναι αόριστη και μοιάζει με την καταδίκη
του Σωκράτη: «Αδικεί Σωκράτης ους μεν η πόλις νομίζει Θεούς ου νομίζων
καινά δαιμόνια εισηγούμενος. Αδικεί και τους παίδας διαφείρων. Τίμημα:
Θάνατος». Αυτή ήταν η κατηγορία του Σωκράτη.
Η πραγματική
και γνήσια αίσθηση της δικαιοσύνης του Έλλην. λαού απαιτεί τα
οικονομικά εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί κατά τρόπο σκανδαλώδη από
πολιτικά πρόσωπα και τα οποία συνδέονται με την εξουσία που ήσκησαν να
δικασθούν όσο πιο γρήγορα γίνεται και με μεγάλη αυστηρότητα.
Πρέπει όμως κατά την ηθική αυτή λαϊκή αξίωση η δίκη να προηγηθεί της καταδίκης.
Ασφαλώς και
δεν είναι απαίτηση του λαού να κατασκευάζονται ένοχοι επειδή υπήρξαν
κάποτε πολιτικοί, στους οποίους μάλιστα το Έθνος οφείλει ευγνωμοσύνη
γιατί αυτό μοιάζει με τη συμπεριφορά των Αθηνών που εκδηλώθηκε κατά τη
δολοφονία του Φιλίππου, όπως ο Πλούταρχος διηγείται:
«Προς γαρ τω
νεμεσητώ και αγενές. Ζώντα μεν τιμάν και ποιείσθαι πολίτης πεσόντας δε
υφ’ ετέρου με φέρειν την χαράν μετρίως, αλλ’ επισκιρτάν τω νεκρώ
παιωνίζειν, ώσπερ αυτούς ανδραγαθήσαντας». Που σημαίνει: εκτός του ότι
με τη συμπεριφορά τους θα προκαλέσουν την οργή του Θεού είναι και
μικρόψυχο όσο ζούσε να τον τιμούν και να τον προτείνουν να γίνει
επίτιμος δημότης της πόλης των και μόλις δολοφονήθηκε να μην εκδηλώνουν
τη χαρά τους με κάποιο μέτρο αλλά να χοροπηδούν πάνω από το νεκρό και να
τραγουδούν παιάνας σαν να είχαν αδραγαθήσει αυτοί οι ίδιοι.
Η παραδοχή
της ορθότητας της δικαστικής κρίσης σ’ ατή την απόφαση σημαίνει
εγκατάλειψη των ηθικών αρχών για τις οποίες πολλοί και για μια ζωή
αγωνίσθηκαν.
Εκείνο που
δε μ’ αρέσει είναι το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία, όπως φοβάμαι,
αισθάνεται υποχρεωμένη να περιλάβει το όνομά σας στα πολιτικά εκείνα
πρόσωπα που πρωτοστάτησαν στη διαφθορά και τη λεηλασία του δημοσίου
χρήματος λόγω των αξιωμάτων που κατά καιρούς είχατε προηγουμένως επειδή η
παράλειψη θα μπορούσε να προκαλέσει δυσμενή σχόλια κυρίως από τον
αδηφάγο δημόσιο γραφικό και τηλεοπτικό κόσμο. Ως εκ τούτου χρειάζεται,
νομίζω, το B’θμιο δικαστήριο να απαρτίζεται από άριστους δικαστάς με
μεγάλη εμπειρία μόρφωση και ηθική συγκρότηση, αλλά και από έναν άριστο
δικηγόρο με κατάρτιση και εμπειρία του αείμνηστου Άγγελου Τσουκαλά της
δίκης των έξ, που για να αποκατασταθούν πέρασαν 90 χρόνια κατά τα
προβλεθέντα υπ’ αυτού πως: οι κρατούντες της σήμερον είναι οι διωκόμενοι
της χθες και διωκόμενοι της σήμερον θέλουσιν είσθαι οι κρατούντες της
αύριον.
Βαθύτατα
θλίβομαι γιατί σ’ αυτή την παράταξη που ημείς ανήκουμε δεν έχει
παλικάρια και λεβέντες να ζητήσουν τα ακριβή πειστήρια βάσει των οποίων
αυτοί οι κύριοι δικασταί εξέδωκαν μια τέτοια απόφαση. Τι περισσότερο
γνωρίζουν αυτοί από έγκριτους νομικούς που δε ντρέπονται να σιωπούν αντί
να αξιώνουν απ’ αυτούς τους κυρίους απαντήσεις επί των ερωτημάτων τα
οποία ένας άνθρωπος που καταδικάστηκε θέτει. Με ποιο δικαίωμα σιωπούν;
Αισθάνομαι
τόση αγανάκτηση που δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο αν και πολύ θα ήθελα και
θέλω να σας βεβαιώσω ότι για ότι ισχυρίζομαι και ότι γράφω και ότι
υποστηρίζω ούτε φοβούμαι ούτε απολογίζω.
Δε
γνωριζόμαστε. Θέλω όμως να ξέρετε ότι έχετε την εκτίμησή μου και την
ειλικρινή μου προσήλωση και αγάπη για τον προσωρινό σας αυτό Γολγοθά και
θέλω να πιστεύω πως θα αντέξετε μέχρι την οριστική σας προσεχή
δικαίωση.
Βασίλειος Ιωάνν. Ζέρβας
Πρώην Δ/ντής Υπουργείου Υγείας Πρόνοιας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου