Ο κάμπος
ζεσταίνει τις μηχανές του και οι αγρότες βγαίνουν και πάλι στις εθνικές οδούς
διεκδικώντας να ζεστάνουν και τις… τσέπες τους. Ωστόσο η αγροτική πολιτική στην
Ελλάδα μοιάζει να έχει σταματήσει στο γνωστό σύνθημα «όλα τα κιλά, όλα τα
λεφτά». Μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν δείχνει ότι πράγματι το αγροτικό
εισόδημα συρρικνώνεται, ωστόσο μια ματιά στο μέλλον δεν αφήνει πολλά περιθώρια
αισιοδοξίας. «Πρέπει να κάνεις κάτι με στόχευση, και κάτι τέτοιο δεν φαίνεται
να ισχύει για τον αγρότη του 2020» λέει στις «6μέρες» ο Θεοφάνης Γέμτος,
καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος
στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Αν κάνουμε μία μικρή αναδρομή στο παρελθόν, θα
δούμε ότι στις αρχές του πρώτης δεκαετίας του 2000, ένας αγρότης με 50-70
στρέμματα βαμβάκι ζούσε την οικογένεια του. Σήμερα, με την ισχύουσα Κοινή
Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) χρειάζεται τουλάχιστον 100 στρέμματα, ενώ με τη νέα θα
χρειάζεται 150-200 στρέμματα από το 2014.
Τα παραπάνω
τονίζει, σε σχετική του μελέτη ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Θεοφάνης
Γέμτος, σημειώνοντας πως ένα μέρος των εκμεταλλεύσεων μεγεθύνθηκε και θα
ανταποκριθεί, ένα μεγάλο μέρος όμως θα αντιμετωπίσει πρόβλημα επιβίωσης.
Ο ίδιος μιλάει
για παθογένειες που αναπτύχθηκαν όλα τα χρόνια των υψηλών επιδοτήσεων, για
μονοκαλλιέργειες υψηλά επιδοτούμενων καλλιεργειών, όπως το βαμβάκι και το
σκληρό σιτάρι. Επίσης, για καλλιέργειες πλήρως εκμηχανισμένες, με ελάχιστες
απαιτήσεις σε εργασία, όπως και για μικρή ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, έλλειψη
έργων υποδομής κυρίως και για την άρδευση, ανυπαρξία συστήματος γεωργικών
εφαρμογών και γεωργικής έρευνας (που υποχρηματοδοτείται) και τέλος για αγρότες
μεγάλης ηλικίας, με χαμηλή εκπαίδευση και εξειδίκευση.
Ταυτόχρονα,
προσθέτει ο κ. Γέμτος, πρέπει οι αγρότες να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις και
τους κανόνες της ΚΑΠ ώστε να μπορούν να επωφελούνται από τις επιδοτήσεις. Η νέα
ΚΑΠ θα απαιτεί, σύμφωνα με τον ίδιο, την εισαγωγή αμειψισπορών και την τήρηση
των αγρο-περιβαλλοντικών όρων (μη καύση καλαμιάς, ψεκαστικά και
λιπασματοδιανομείς σύμφωνα με προδιαγραφές, ορθή συντήρηση και χρήση τους κλπ).
Είναι προφανές, συμπεραίνει, ότι θα χρειαστούν αρκετές αλλαγές για να
προσαρμοστούμε.
Τι πρέπει να
κάνουμε; Στο ερώτημα αυτό ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σημειώνει ότι
πρέπει να βρούμε τρόπους να αυξήσουμε τα εισοδήματα των αγροτών.
Για όσους έχουν
μεγάλες εκτάσεις θα πρέπει να βρούμε μεθόδους μείωσης του κόστους παραγωγής για
να αυξηθεί το εισόδημα τους. Για όσους έχουν μικρές μονάδες θα πρέπει να βρούμε
νέες δραστηριότητες που να εξασφαλίσουν εισόδημα.
Το Εργαστήριο
Γεωργικής Μηχανολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σημειώνει ο καθηγητής,
εργάστηκε και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Πιο συγκεκριμένα,
απαντώντας στο ερώτημα τι πρέπει να κάνουμε, ο κ. Γέμτος, κάνει λόγο για μείωση
του κόστους παραγωγής. Το κόστος παραγωγής, επισημαίνει χαρακτηριστικά,
αποτελείται από μία σειρά στοιχείων, όπως το κόστος χρήσης των μηχανημάτων, το
κόστος του πετρελαίου και των εφοδίων κτλ.
"Η διατήρηση
και χρήση μηχανημάτων έχει υψηλό κόστος. Αν αγοράσετε ένα τρακτέρ που κάνει
60.000 ευρώ και υπολογίσετε ένα ετήσιο επιτόκιο 5-8% και 15 χρόνια ζωής, τότε
κάθε χρόνο χρειάζεστε 7000 ευρώ για αποσβέσεις. Αν έχετε 200 στρέμματα αυτό
επιβαρύνει με 30ευρώ/στρ ενώ αν έχετε 1000 στρέμματα με 7ευρώ/στρ."
αναφέρει ως παράδειγμα ο κ. Γέμτος.
Είναι προφανές,
διευκρινίζει ο ίδιος, ότι θα πρέπει να βρουν τρόπους οι αγρότες να λειτουργεί
το τρακτέρ σε περισσότερα στρέμματα για να έχουν χαμηλότερο κόστος. Πώς θα
γίνει όμως αυτό; "Είτε θα έχουν οι μεμονωμένοι αγρότες τα στρέμματα είτε
θα κάνουν ομάδες που θα αξιοποιούν από κοινού τα χωράφια για να έχουν χαμηλό
κόστος. Παράλληλα, θα πρέπει να οργανώσουν σωστά τη χρήση τους για να έχουν
χαμηλό κόστος" απαντά ο καθηγητής.
Αναφέρεται ακόμη
και σε τεχνικές της καλλιέργειας που μειώνουν το κόστος. "Η εισαγωγή
αμειψισπορών- λέει- εκτός από τα περιβαλλοντικά οφέλη θα έχει σημαντική αύξηση
των περιθωρίων κέρδους. Θα βελτιώσει μακροχρόνια τις αποδόσεις, ενώ θα
περιορίσει τις εισροές σε χημικά. Λιγότερα παράσιτα άρα και ψεκασμοί. Εάν έχετε
ψυχανθή στην αμειψισπορά θα χρειαστείτε λιγότερο άζωτο. Η μείωση της
κατεργασίας του εδάφους θα περιορίσει το αντίστοιχο κόστος. Η ορθή εφαρμογή των
εισροών όταν και όπου χρειάζονται μπορεί επίσης να βελτιώσει την παραγωγή, την
ποιότητα των προϊόντων, να μειώσει το κόστος παραγωγής και να περιορίσει τις
επιπτώσεις στο περιβάλλον".
Μικρά αγροκτήματα
Είναι προφανές, τονίζει συμπερασματικά ο κ. Γέμτος, ότι όλα όσα αναφέρθηκαν
μπορούν να βοηθήσουν όσους έχουν μεγάλες εκτάσεις. Όσοι, όμως, έχουν μικρά
αγροκτήματα τότε θα πρέπει να βρουν τρόπους να δημιουργήσουν απασχόληση (πολλά
μεροκάματα το χρόνο) και εισόδημα. Δύο είναι οι κατευθύνσεις: στροφή προς την
κτηνοτροφία, στροφή προς τα οπωροκηπευτικά.
Για τα
οπωροκηπευτικά σημειώνει ότι είναι καλλιέργειες που απαιτούν πολλή ανθρώπινη
εργασία- άρα πολλά μεροκάματα- αλλά δίνουν υψηλό εισόδημα. "Φυσικά δεν
συζητώ" εξηγεί ο ίδιος "για λαχανόκηπους των 2,3 ή 5 στρεμμάτων αλλά
για μεγάλη καλλιέργεια, εκμηχανισμένη, με μεγάλη παραγωγή που θα μπορεί να
ανταγωνιστεί την όποια αντίστοιχη παραγωγή σε κάθε αγορά της Ευρώπης ή του
κόσμου" "Είναι προφανές ότι όλα αυτά δεν αναφέρονται σε μεμονωμένες
μικρο-εκμεταλλεύσεις αλλά σε ομάδες παραγωγών με χιλιάδες στρέμματα που θα
έχουν δυνατότητα διαπραγμάτευσης του κόστους των εφοδίων, προώθηση των
προϊόντων στις αγορές και διαπραγμάτευση των τιμών. Οφείλω να τονίσω ότι εάν
συνεχίσει ο κάθε ένας μεμονωμένα θα είναι συνεχώς ο αδύναμος κρίκος της
αλυσίδας της παραγωγής και θα καρπούται ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας του
προϊόντος" εξηγεί ο κ. Γέμτος.
Σημειώνεται ότι
το Εργαστήριο Γεωργικής Μηχανολογίας έχει κάνει σημαντική προσπάθεια να
αναπτύξει έρευνα και εφαρμογές σε διάφορους τομείς. Έχουν γίνει σημαντικά
βήματα στην έρευνα σε πολλά θέματα εκμηχάνισης της γεωργίας, εκμηχάνισης
καλλιεργειών, όπως ενεργειακών φυτών, οργάνωσης των εκμεταλλεύσεων κτλ.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία που δίνει ο ίδιος, στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 2000, ένας
αγρότης με 50-70 στρέμματα βαμβάκι ζούσε την οικογένειά του. Σήμερα, με τα όσα
προβλέπει η Κοινή Αγροτική Πολιτική, χρειάζονται τουλάχιστον 100 στρέμματα για
το ίδιο εισόδημα, ενώ με τα όσα θα ισχύσουν από το 2014 τα στρέμματα θα ανέβουν
στα 150 με 200. Ο κ. Γέμτος τονίζει ότι σήμερα ένα στρέμμα δίνει στον αγρότη
μόλις 200 με 250 ευρώ μεικτά, όταν χρειάζεται τουλάχιστον 400 ευρώ καθαρό
κέρδος για ένα εισόδημα που δεν θα ξεπερνά τις 12.000 ετησίως. «Είναι φυσικά
και η παθογένεια που δημιουργήθηκε τόσα χρόνια με τις επιδοτήσεις. Τώρα, πρέπει
να δουν οι “μεγάλοι” τι θα κάνουν για να μειώσουν τα κόστη, και οι “μικροί” να
στραφούν στα οπωροκηπευτικά και στη κτηνοτροφία» υπογραμμίζει ο κ. Γέμτος.
Την περασμένη
Κυριακή, ομάδα από το Εργαστήριο Γεωργικής Μηχανολογίας του Πανεπιστημίου
Θεσσαλίας βρέθηκε στο Φανάρι Καρδίτσας για μια ενημερωτική συνάντηση με τους
αγρότες. Το συγκεκριμένο Εργαστήριο ασχολείται με την έρευνα και τις εφαρμογές
σε διάφορους τομείς, όπως είναι η εκμηχάνιση της γεωργίας και των καλλιεργειών
ή τα ενεργειακά φυτά. Από τα όσα ειπώθηκαν, τα βασικά συμπεράσματα -λέει ο κ.
Γέμτος- ήταν δύο: αφενός ότι χρειάζεται μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και αφετέρου
ότι απαιτείται ένα σοβαρό πρόγραμμα αγροτικής πολιτικής που θα λέει στον αγρότη
τι θέλουν οι αγορές του εξωτερικού, πώς θα κάνει την τυποποίηση αλλά και τις
καλλιέργειες στις οποίες πρέπει να εστιάσει. «Από την άλλη μεριά, το να βρουν
οι παραγωγοί πώς μπορούν να λειτουργούν συνεταιριστικά ένα τρακτέρ θα μείωνε
σημαντικά το κόστος. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και αν δημιουργούνταν ομάδες
παραγωγών με κεφάλαιο και μετοχές σε χρήμα. Και για τις καλλιέργειες; Σκεφτείτε
ότι τα δέντρα μπορούν να δώσουν 1.500-2.000 ευρώ κέρδος ανά στρέμμα. Είναι
γεγονός πάντως ότι απαιτείται τριπλάσια δουλειά απ’ ό,τι στο βαμβάκι,
διευκρινίζει η ομάδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Για τον
επικεφαλής της Θεοφάνη Γέμτο, οι επιδοτήσεις έδωσαν μεν εισόδημα στις αγροτικές
περιοχές, ωστόσο θεωρούνται ότι εν πολλοίς δόθηκαν αδιάκριτα και ότι ευθύνονται
για την «καταστροφή» του αγροτικού τομέα. «Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να
εισάγει ντομάτα από το Βέλγιο, όπως έγινε φέτος, ή αγγουράκια από την Ολλανδία.
Δεν είναι δυνατό να μην παράγει η χώρα μας ικανοποιητική ποσότητα φακής»
υποστηρίζει ο κ. Γέμτος και επιμένει ιδιαίτερα στην πρότασή του ο αγροτικός
τομέας να λειτουργεί με σχέδιο και με γνώμονα το τι ζητεί η αγορά. Και σε αυτό
το σημείο μπαίνει η πολιτική κατεύθυνση για τον αγροτικό τομέα: ζητήστε μας να
κάνουμε έρευνα με στόχευση και φτιάξτε ένα μακροπρόθεσμο πλάνο όχι με την
κοντόφθαλμη λογική ότι κάποιος άλλος θα καρπωθεί το αποτέλεσμα στο μέλλον,
επισημαίνουν οι καθηγητές στις σχολές και τα τμήματα που ασχολούνται με την
αγροτική παραγωγή. «Δεν φτάνει να παράγουμε μόνο» είναι η αποστροφή του
καθηγητή στο τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος. Ο
κ. Γέμτος επισημαίνει ότι η δική του έρευνα περιορίζεται στις αγορές άλλων
ευρωπαϊκών χωρών για τις οποίες κάνει και επιστημονικές δημοσιεύσεις. Τονίζει
ότι ποτέ καμία ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης δεν ζήτησε από τον
ίδιο ή από συναδέλφους του να κάνει έρευνα για ένα x προϊόν. «Αν μου το
ζητούσαν θα μπορούσα να κάνω έρευνα, για παράδειγμα, στο πώς θα
εκβιομηχανίσουμε τη συγκομιδή της ελιάς. Σήμερα ο καρπός σαπίζει στα δέντρα
γιατί δεν υπάρχουν διαθέσιμα χέρια. Θα το έκανα και θα ήταν αυτή η επιστημονική
μου δημοσίευση. Ωστόσο, κανείς δεν ενδιαφέρεται» λέει χαρακτηριστικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου