Οι Σαρακατσάνοι είναι νομαδική κτηνοτροφική κοινωνία με καθαρά ελληνική συνείδηση. Άνθρωποι χωρίς τη δική τους γη, οι Σαρακατσάνοι, αναγκάζονταν σε μια συνεχή μετακίνηση για την εξεύρεση λιβαδιών για τα κοπάδια τους. Κάθε τέλος της Άνοιξης, του Αι Γιωργιού, ξεκινούσαν με τα κοπάδια, τις οικογένειες τους και το λιτό νοικοκυριό τους για τα βουνά και πάλι στην αρχή του χειμώνα του Αι Δημήτριου, άρχιζαν να κατηφορίζουν για τα χειμαδιά. Οι Σαρακατσάνοι της Θράκης κινούνταν από την οροσειρά της Ροδόπης και την οροσειρά του Αίμου μέχρι τους κάμπους των Σερρών και το Βόσπορο. Οι εποχιακές μετακινήσεις τους ακόμη, τους έφερναν να περνούν τα σύνορα και να φθάνουν μέχρι τη Βουλγαρία. Οι δυσκολίες στα "ταξίδια" αυτά των Σαρακατσάνων προς τη Βαλκανική άρχισαν με την προσάρτηση της ανατολ. Ρωμυλίας στη Βουλγαρία το 1885. Για να περάσουν τα σύνορα οι Σαρακατσάνοι χρειάζονταν άδεια από τους Τούρκους, δίνοντας ταυτόχρονα εγγύηση για την επιστροφή τους. Εξ' αιτίας αυτού και για την εξεύρεση των απαραίτητων νομών για τα κοπάδια τους, ένα μέρος των Σαρακατσάνων αναγκάστηκε να μείνει μόνιμα στο Βουλγαρικό και Σερβικό έδαφος. Στη Βουλγαρία σήμερα υπάρχουν 20.000 Σαρακατσάνοι που έμειναν με τα κοπάδια τους εκεί από το 1915. Οι Σαρακατσάνοι της Θράκης σιγά-σιγά εγκαταλείπουν τη νομαδική ζωή. Μετά τον πόλεμο και την κατοχή, ορισμένοι κατορθώνουν να αποκτήσουν δικά τους κτήματα για να βόσκουν τα κοπάδια τους. Δημιουργούν τους δικούς τους συνοικισμούς και ζουν μια ημιαγροτική - κτηνοτροφική ζωή ή ασκούν διάφορα άλλα επαγγέλματα και ενσωματώνονται έτσι στον ευρύτερο ιστό της ελληνικής κοινωνίας. Χωρίς μόνιμη κατοικία οι Σαρακατσάνοι, ζούσαν σε χορταρένιες καλύβες, διατηρώντας με προσήλωση το θεσμό της ενδογαμίας. Μια κοινωνική ομάδα που έζησε με το δικό της ρυθμό μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα και διατήρησε με προσήλωση τις παραδόσεις, την κοινωνική της οργάνωση και τον τρόπο ζωής της.
Πέρα από ενασχόληση τους με την κτηνοτροφία και τις εργασίες που αφορούσαν την κτηνοτροφική παραγωγή, οι άνδρες ασχολούνταν με την κατασκευή ξύλινων αντικειμένων καθημερινής χρήσεως (σαρμανίτσες-κούνιες, κουταλοθήκες, τσότρες, γκλίτσες κ.λ.π.). Πάνω στα αντικείμενα αυτά ο καθένας διακοσμούσε ανάλογα με την αξιοσύνη του, φίδια, ήλιους και φεγγάρια. Η Σαρακατσάνα γυναίκα έπρεπε να καλύπτει όλες τις άλλες ανάγκες της οικογένειας και να υφάνει όλα όσα χρειάζονταν για την καθημερινή τους χρήση (καρπέτες, μαξιλάρια κ.ά.). Όλα τα τμήματα που αποτελούν τη Σαρακατσάνικη ενδυμασία, τόσο την ανδρική όσο και τη γυναικεία, ήταν βγαλμένα από τα γυναικεία χέρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου