Γιώργου Πετράκη
Δικηγόρου – Προέδρου Κ.Σ. Αιγάλεω
Η άσκηση της θήρας ήταν και είναι συνώνυμη με την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής. Η γένεση του ανθρώπινου γένους προκάλεσε και την γένεση της θήρας, αποτέλεσε δε κατά το παρελθόν την κύρια βρώση του ανθρώπου. Η υπαγωγή του κυνηγίου σε νομικό καθεστώς είναι σχετικά σύγχρονη. Στους προϊστορικούς χρόνους παγκοσμίως, το κυνήγι ήταν μια δραστηριότητα ελεύθερη, η οποία ασκούνταν χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό. Με την πάροδο του χρόνου αρχίζει να δέχεται προοδευτικούς περιορισμούς, κυρίως λόγω ορισμένων ισχυρών ανθρώπων – ηγεμόνων που ήθελαν αποκλειστικότητα στην άσκηση και την απόλαυση της μαγικής αυτής δραστηριότητας.
Όταν άρχισε ν΄ αυξάνεται ο πληθυσμός της γης, πρόβαλε η ανάγκη δημιουργίας φυλών, φατριών και η ανάγκη διάδοσης της έννοιας της ιδιοκτησίας πάνω στη γη. Η μη τήρηση κάποιων περιοριστικών κανόνων στην άσκηση θήρας, που αφορούσαν κυρίως τα γεωγραφικά όρια της κάθε φυλής μπορούσαν να είναι αιτία πολέμου ανάμεσα στις φυλές. Η εκμετάλλευση της γης και η δημιουργία ατομικών ιδιοκτησιών, οδήγησε στην ανάπτυξη μιας θεωρίας ιδιωτικού κυνηγετικού δικαίου, που έχει άμεση σχέση με τα ακίνητα αγαθά. Είναι δε λογική και φυσική μετεξέλιξη αυτή η συμπεριφορά, επειδή το κυνήγι ήταν πρώτα μέσο επιβίωσης και ύστερα μνημείο και τίτλος ικανότητας και ανδρείας.
Ένας από τους πιο αρχαίους κανόνες του κυνηγίου, που προΐσταται ακόμη και άλλων που αφορούν την τεχνική του κυνηγίου και που αποτελεί και βασική αρχή ιδιωτικού δικαίου, ήταν εκείνος που απαγόρευε το χτύπημα ζώων που τα κυνηγούσαν άλλοι. Με τα χρόνια άρχισαν να διατυπώνονται περιορισμοί της άσκησης του κυνηγίου, που στόχευαν στην προστασία των κυνηγετικών δικαιωμάτων των βασιλιάδων και των αυλικών. Δυστυχώς και στο κυνήγι η άρχουσα τάξη ελάμβανε τη μερίδα του λέοντος.
Στη νεώτερη Ελλάδα υπήρχε ο γνωστός βασιλικός κήπος, που βρίσκεται στην οδό Αμαλίας, όπου οι βασιλείς και οι συν αυτοίς ασκούσαν το κυνήγι (σημερινή μορφή κυνηγετικής ρεζέρβας, άνευ χρηματικού όμως ανταλλάγματος και αυστηρά περιορισμένης και επιλεκτικής εισόδου). Πολλοί Ευρωπαίοι βασιλείς κυρίως στη γείτονα Ιταλία κατασκήνωναν συν γυναιξί και τέκνοις σε χώρους κυνηγίου, όπου κυνηγούσαν κυρίως με το πιο σύγχρονο μέσο κυνηγίου τον 16ο αιώνα, το γεράκι. Με την πάροδο του χρόνου η άσκηση του κυνηγίου δικαιωματικά εξελισσόταν με λαϊκότερες κατακτήσεις. Σήμερα έχουμε την απόλυτη ισότητα με την υπαγωγή της θήρας σε νομικό πλαίσιο σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του Συντάγματος του 1975: «όλοι είναι ίσιοι ενώπιον του Νόμου».
Οι περισσότεροι πάντως περιορισμοί που αναφέρονταν σε εδάφη (σημερινές τοπικές απαγορεύσεις) κατά τον ιστορικό του παρελθόντος φημολογείται πως έγιναν από τους Φράγκους. Οι περισσότεροι όροι άσκησης του κυνηγίου παγκοσμίως νομοθετούνταν από τους μονάρχες και τους ισχυρούς και υπέκρυπταν και άλλες επιδιώξεις, πάντοτε σχετικές με την εξουσία της γης και την σφυρηλάτηση γενικότερων εξουσιαστικών δικαιωμάτων. Και στα παραδοσιακά κυνηγετικά ευρωπαϊκά κράτη, η άσκηση του κυνηγίου γινόταν αρχικά ελεύθερα και ενίοτε με τοπικές απαγορεύσεις. Στη συνέχεια ο περιορισμός του κυνηγίου και οι όροι άσκησής του επιβλήθηκαν με τη μορφή διαταγμάτων και σταδιακά αποσαφηνίστηκε πλήρως το νομικό πλαίσιο της κυνηγετικής δραστηριότητας.
Στη Γερμανία ο Νόμος της 26.2.1870 οριοθέτησε την έναρξη και τη λήξη του κυνηγίου, παραχωρούσε την άδεια σε ορισμένους να κυνηγούν επιβλαβή θηράματα κι εκτός κυνηγετικής περιόδου, καθοριζόταν ότι η νύχτα άρχιζε μία ώρα μετά την δύση του ήλιου και τελειώνει μία ώρα πριν την ανατολή. Απαγόρευε τη θανάτωση και σύλληψη των πουλιών τη νύχτα με παγίδες, απαγόρευε το κυνήγι όταν το έδαφος ήταν καλυμμένο πλήρως από χιόνι. Νομική εξαίρεση αποτέλεσε το κυνήγι σε περιφραγμένα πάρκα (σημερινή ρεζέρβα), όπου θανατώνονταν θηράματα χωρίς όμως δικαίωμα πώλησης. Επίσης υπήρξαν και οι Νόμοι του 1850, 1855, 1864, 1876, 1878, 1891 όπου θεσμοθετήθηκε η αρχή των μεγάλων ιδιοκτησιών (άνω των 75 εκταρίων) ν’ αποτελούν ενιαίες κυνηγετικές περιοχές και η αρχή των μικρών ιδιοκτησιών, οι οποίες ενώνονταν από το Δήμο αποτελώντας τα κυνηγετικά καντόνια.
Τα καντόνια αυτά εκμίσθωνε ο Δήμος στους κυνηγούς.
Στην Ελβετία η οποία διατηρείται και αυτή σε κυνηγετικά καντόνια υπήρξε για κάθε καντόνι και διαφορετικός Νόμος. Όλοι οι νόμοι υπάγονταν στον γενικό ομοσπονδιακό Νόμο της Ελβετίας. Γενικός Νόμος ήταν η έναρξη του κυνηγίου για τις πεδινές ζώνες η 1η Σεπτεμβρίου, ενώ για τις λοιπές ένα μήνα μετά, ήτοι η 1η Οκτωβρίου και η λήξη ήταν κοινή για όλες τις περιοχές η 15η Δεκεμβρίου.
Στην Ισπανία «λυδία λίθος» υπήρξε ο μέχρι πρόσφατα σε ισχύ Νόμος του Κυνηγίου (Λέυ ντε Κάθα) που νομοθετήθηκε την 10.1.1879. Ο νόμος αυτός διαχώρισε τρεις κατηγορίες θηραμάτων και ζώων α) τα άγρια ζώα, β) τα ζώα που μπορούν να εξημερωθούν και γ) τα κατοικίδια ζώα. Σε ιδιωτικές εκτάσεις δικαίωμα θήρας είχε μόνο ο ιδιοκτήτης και όποιος είχε εξουσιοδότησή του. Στα κρατικά εδάφη ήταν επιτρεπτή η θήρα σε περιοχές που δεν απαγορεύονταν. Υποχρεωτική ήταν η άδεια θήρας και οπλοφορίας.
Στην Αγγλία, η οποία είναι μέχρι και σήμερα μία παραδοσιακή χώρα στο κυνήγι, ισχύει μόνο αυτό που ίσχυε εδώ και πολλά χρόνια πριν. Ο ιδιοκτήτης μιας εκτάσεως είναι και ιδιοκτήτης των ζώων που διαβιούν σ’ αυτόν. Το κυνήγι επιτρέπεται σ΄ αυτές τις ιδιωτικές περιοχές μόνο με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη τους. Ο νόμος αυτός ονομαζόταν «Κοινός Νόμος». Την 5.10.1831 ο Γουλιέλμος ο Δ’ απαγόρευσε την άσκηση του κυνηγίου την Κυριακή και την ημέρα των Χριστουγέννων. Πρόκειται για μια εκκλησιαστικής φύσεως απαγόρευση. Παλαιότερα πάντως το δικαίωμα του κυνηγίου κατείχαν οι τσιφλικάδες κι οι εύποροι.
Στην Πορτογαλία, λόγω κοινής καταγωγής, ίσχυαν παρόμοιοι Νόμοι μ’ αυτούς της Ισπανίας.
Στην Ολλανδία απαγορευόταν το κυνήγι χωρίς άδεια κυνηγίου στις ιδιωτικές εκτάσεις. Επιτρεπόταν μόνο με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη τους. Είναι κοινότυπο το γεγονός να προστατεύονται με προληπτικά νομοθετικά μέτρα, τόσο η ιδιοκτησία όσο και οι καλλιέργειες παρά να καταβάλλονται αποζημιώσεις σε περίπτωση ζημιάς, οι οποίες βέβαια προβλέπονταν στο Νόμο.
Στις Σκανδιναβικές χώρες, το κυνήγι εξασκούνταν ελεύθερα μόνο στις κρατικές επιτρεπόμενες περιοχές. Ο κάθε ιδιοκτήτης είχε απόλυτο δικαίωμα να θηρεύει εντός των ιδιοκτησιών του. Επίσης υπήρξαν νόμοι που αποσκοπούσαν στην προστασία των θηραμάτων.
Στη Ρωσία θεσμοθετήθηκε ο Νόμος του Τσάρου το 1892. Το δικαίωμά του κυνηγίου υπήρχε στον ιδιοκτήτη της εκτάσεως. Μόνο οι μεγάλοι ιδιοκτήτες είχαν δικαίωμα να κυνηγούν παντού. Προϋπόθεση επίσης της άσκησης του κυνηγίου ήταν η ύπαρξη σχετικής άδειας. Όταν επικράτησε το σοβιετικό καθεστώς το κυνήγι ήταν ελεύθερο για όλους και ρυθμιζόταν από διατάξεις που ψήφιζαν τα σοβιέτ των Δημοκρατιών. Στη Ρωσία σήμερα η θήρα απαγορεύεται στα εθνικά πάρκα στον Καύκασο και στη Σιβηρία και στους χώρους εγκλιματισμού των αποδημητικών πτηνών.
Στη Γαλλία η νομική θεσμοθέτηση είναι πρόσφατη. Προϋπόθεση άσκησης του κυνηγίου στη Γαλλία είναι η ύπαρξη άδειας και ο χρονικός περιορισμός της (κυνηγετική περίοδος). Προβλέπονται δε και εξαιρέσεις στην άσκηση του κυνηγίου εκτός κυνηγετικής περιόδου. Η Νομαρχία εκδίδει τις σχετικές άδειες και μπορεί να τροποποιεί σχετικές διατάξεις περί άσκησης της θήρας. ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο γεγονός πως ο γαλλικός νόμος προβλέπει ως μοναδικό μέσο κυνηγίου το κυνηγετικό όπλο (λειόκανο, ραβδωτό) και μόνο για την περίπτωση του αγριοκούνελου μπορεί να χρησιμοποιηθεί το κουνάβι ως μέσο θήρας!
Στην Ιταλία ίσχυαν παρόμοιοι Νόμοι με όλα τα άνω Ευρωπαϊκά κράτη .
Προστατεύονταν ιδιαίτερα η ιδιοκτησία, οι καλλιέργειες και τα δέντρα. Με το Νόμο του 1819 θεσμοθετήθηκαν η άδεια του κυνηγίου και η άδεια οπλοφορίας, καθορίστηκαν οι διαστάσεις των όπλων, οι ποινές για τις κυνηγετικές παραβάσεις. Οι διαφορές που είχαν προκληθεί από το κυνήγι (κυρίως αποζημιώσεις) ρυθμίζονταν από τον ιταλικό αστικό κώδικα.
Η πατρίδα μας η Ελλάδα, διέφερε σε ηθική, εθιμική, και νομική νοοτροπία από τις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες. Σήμερα όμως είναι η περισσότερο αδικημένη χώρα με τους περισσότερους περιορισμούς σε θηράματα, όπλα και χρονική διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου.
Από την αρχαιότητα η άσκηση του κυνηγίου ήταν δείγμα ανδρείας και ικανότητας. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας θεωρούσαν τον ικανό κυνηγό και σπουδαίο άνδρα και πολεμιστή. Συμπεριλάμβαναν το κυνήγι στο «νους υγιής εν σώματι υγιή». Η άσκηση του κυνηγίου στην αρχαιότητα με πρότυπα τον Νεμρώδ και την Άρτεμη, πρόσωπα που θεοποιήθηκαν ήταν πανταχόθεν ελεύθερη. Οι πρώτοι κύριοι περιορισμοί επιβλήθηκαν τον 19ο αιώνα.
Η νομική μορφή που υπήχθη σε περιορισμούς το κυνήγι ήταν αυτή των διαταγμάτων. Το διάταγμα της 18.2.1833 ανέφερε αυτούς που είχαν δικαίωμα οπλοφορίας συμπεριλαμβανομένων και των κυνηγών. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι οι ταξιδιώτες, οι βοσκοί και οι κυνηγοί δύνανται να ζητήσουν τέτοια άδεια. Οι διαφορές που προέκυπταν από την άσκηση του κυνηγίου δικαζόταν στα πολιτικά δικαστήρια, όπως δηλ. οι υποθέσεις των ιδιωτικών διαφορών. Το διάταγμα του 1836 καθόριζε ότι απαγορευόταν το κυνήγι στο στάδιο της αναπαραγωγής των θηραμάτων. Αρμόδιο όργανο να καθορίζει τη χρονική διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου ήταν η Αστυνομία ή Χωροφυλακή. Με το διάταγμα της 10.3.1877 απαγορεύτηκε το κυνήγι των θηραμάτων από 10 Μαρτίου (ίσχυε μέχρι πρόσφατα και περιορίστηκε σήμερα σε 28 Φεβρουαρίου) έως 15 Ιουλίου. Ακολούθησε ο Αναγκαστικός Νόμος 1926/1939, το Βασιλικό Διάταγμα της 12/7/1940 με το οποίο καθορίστηκαν οι όροι ασκήσεως θήρας εντός κυνηγετικών περιοχών, το οποίο γινόταν είτε με δημοπρασία είτε κατόπιν ειδικής άδειας θήρας και ορίστηκαν οι προϋποθέσεις προσλήψεως δασοφυλάκων.
Η νομική καθιέρωση του Δασικού Κώδικα, ο οποίος αρχικά νομοθετήθηκε το 1954 και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με το Νομοθετικό Διάταγμα 86/1969 αποτελεί το κύριο νομοθέτημα που διέπει το κυνήγι. Ο Δασικός Κώδικας απαρτίζεται από 27 κεφάλαια. Τα κεφάλαια που αφορούν το κυνήγι σαν άσκηση και δραστηριότητα είναι το 24ο και το 25ο. Ο Δασικός Κώδικας και μερικά άρθρα των κεφαλαίων 24 και 25 αντικαταστάθηκαν και συμπληρώθηκαν με το Νομοθετικό Διάταγμα 996/1971 και το Ν. 177/1975. Σημειωτέον ότι κάθε έτος (ενιαύσια Κυνηγετική περίοδος) εκδίδεται από τον Υπουργό Γεωργίας ρυθμιστική υπουργική απόφαση με την οποία καθορίζεται ο χρόνος άσκησης του κυνηγίου, τα επιτρεπόμενα θηράματα, η ποσότητα άγρευσης των θηραμάτων, ο χρόνος άσκησης είτε ενός εκάστου ή κατά οικογένεια, ο χαρακτηρισμός θηραμάτων ως επιβλαβή, κ.λ.π. Αυτή την απόφαση του Υπουργού προσβάλλουν με προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας οικολογικές και φιλοζωικές οργανώσεις δημιουργώντας προσκόμματα στην άσκηση του κυνηγίου. Με την ακύρωση αυτών των αποφάσεων, όπως έγινε στο παρελθόν, δεν καταργείται το κυνήγι, όπως πολλοί κυνηγοί – και όχι μόνο – διατυμπανίζουν γιατί το κυνήγι είναι νόμιμη δραστηριότητα, δεν διέπεται μόνο από την εκάστοτε ακυρωθείσα υπουργική απόφαση. Ακυρώνονται όμως μερικοί (ρυθμιστικοί και κανονιστικοί) όροι από τους προαναφερόμενους, που είναι σημαντικοί για την άσκηση του κυνηγίου και προκαλούν νομικό κενό. Για το λόγο αυτό ο Υπουργός Γεωργίας αναγκαστικά εκδίδει αμέσως νέα ρυθμιστική απόφαση που επανακαθορίζει αυτούς τους όρους.
Αξιοσημείωτα διεθνή νομοθετήματα είναι η Διεθνής Σύμβαση της Βέρνης «περί διατηρήσεως της αγρίας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης», η οποία κυρώθηκε με το Ν. 1335/1983 και η 79/409/2.4.1979 οδηγία της ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με τη οδηγία 81/854/ΕΟΚ του 1985 και την οδηγία 85/411/ΕΟΚ/ του 1985 «περί διατηρήσεων των αγρίων πτηνών».
Η διατήρηση του δασικού και θηραματικού πλούτου από κυβερνώντες και κυβερνώμενους δεν διαφυλάσσεται μόνο με τους νόμους. Οι νόμοι διακρίνουν τους πολίτες σε νόμιμους και παράνομους, σε δίκαιους και ανήθικους. Διαφυλάσσεται παράλληλα με τις ενσυνείδητες εκείνες πράξεις που έχουν εφαλτήριο την πραγματική αγάπη για το δάσος και το θήραμα και όλοι βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ποιες είναι.
1. Το κυνήγι των μεγάλων τριχωτών θηραμάτων μονοπωλεί το ενδιαφέρον των Βορειοευρωπαίων.
2. Για τους Γερμανούς κυνηγούς η συλλογή τροπαίων είναι πολύ συνηθισμένη απασχόληση.
3. Το κυνήγι με τη χρήση ραβδωτών όπλων είναι κάτι το απλό. Στην Ελλάδα απαγορεύεται η χρήση ραβδωτών όπλων.
4. Το ομαδικό κυνήγι που γίνεται σε κυνηγετικά πάρκα κι ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές , είναι πολύ δημοφιλές σε αρκετές χώρες της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου